(Ένα κείμενο του Red Label)
Στη ζωή συνήθως οι ομάδες γράφουν ιστορία. Οι μεγάλες ομάδες δε, γράφουν ιστορία με χρυσά γράμματα. Βιβλία ολόκληρα με χρυσές σελίδες. Αυτό συμβαίνει γιατί ο άνθρωπος από τη φύση του είναι ον κοινωνικό και έχει φτιαχτεί από τη φύση για να ανήκει σε ομάδες, οι οποίες κάθε φορά καθορίζονται από το γενικότερο περιβάλλον στο οποίο δρουν.
Ο παραπάνω πρόλογος ήταν αναγκαίος γιατί στο επίκεντρο του κειμένου μπαίνουν δύο ομαδάρες που είχαν βάση το μεγάλο λιμάνι του Πειραιά και γράψανε Ιστορία η κάθε μια στον δικό της τομέα.
Στα ταραγμένα χρόνια του μεσοπολέμου, τέσσερις άνθρωποι ενώθηκαν και ίδρυσαν το πρώτο μουσικό σχήμα όλων των εποχών στο Ελληνικό Λαϊκό τραγούδι. Για την ακρίβεια ήταν το πρώτο εν Ελλάδι σχήμα που αφορούσε τον αστικό λαϊκό πολιτισμό και άνοιξε ένα σπουδαίο δρόμο καθώς από τότε καθιερώθηκαν διάφορα πράγματα τα οποία στις μέρες μας οι μουσικοί και το κοινό τους θεωρούν αυτονόητα. Οι μουσικοί ενωμένοι σαν μια γροθιά κάνουν ένα σχήμα και παίζουν πρωτότυπη δική τους μουσική, εμφανίζονται πάνω σε ένα ως επί το πλείστον ξύλινο πατάρι στο οποίο μοιάζουν ισάξιοι και ίσοι και ονομάζεται Λαϊκό Πάλκο. Αυτό τους κάνει να ξεχωρίζουν από το κοινό τους, το οποίο λόγω της ύπαρξης του Πάλκου έχει τη δυνατότητα να απολαμβάνει όντας από κάτω. Επίσης από εκεί και μετά καθιερώθηκαν οι έννοιες του μουσικοσυνθέτη, της συλλογικής δουλειάς στο στούντιο καθώς και ο πρωταγωνιστικός ρόλος του τραγουδιστή και του μπουζουξή, ο καθοριστικός ρόλος των ρυθμικών οργάνων όπως η κιθάρα. Καθιερώθηκε γενικώς η έννοια της ορχήστρας με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Το 1934 λοιπόν, ιδρύεται μετά από συλλογική πρωτοβουλία η «ΤΕΤΡΑΣ Η ΞΑΚΟΥΣΤΗ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ». Για την ακρίβεια ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Γιώργος Μπάτης, ο Στράτος Παγιουμτζής και ο Ανέστος Δελιάς αποφάσισαν να ιδρύσουν το πρώτο μουσικό σχήμα του Ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Καθώς συζητούσαν για το σχήμα ο Μπάτης σκέφτηκε αυτόν τον υπέρλαμπρο τίτλο που προσέδωσε χαρακτήρα στην ομάδα που είχε μόλις δημιουργηθεί. Ήταν τέσσερις μουσικοί με διαφορετική ηλικία, διαφορετικά βιώματα, διαφορετική καταγωγή και χαρακτήρα όμως ήταν αποφασισμένοι να δημιουργήσουν κάτι καινούργιο από την αρχή και μάλιστα χωρίς να συλλάβουν και χωρίς ποτέ να μάθουν εν ζωή την τεράστια προσφορά τους στο λαϊκό τραγούδι.
Ο Γιώργος Μπάτης κόντευε τα 50, ο Στράτος Παγιουμτζής τα 30 και ο Ανέστης Δελιάς, ο μικρότερος της παρέας, τα 22 του χρόνια. Ο Μαρκος Βαμβακαρης εκεινη την εποχη ήταν 30 ετων και είχε την ιδέα πως ένα μουσικό σχήμα αποτελουμενο απο μπουζουκια και μπαγλαμαδες θα έκανε μεγάλη αίσθηση στον κοσμο αν εμφανισζοταν στο παλκο ολοι μαζι σα συγκροτημα Οπως και εγινε. Καπως ετσι γεννηθηκε η ιδεα της Τετραδας της Ξακουστης του Πειραια.
Η συνεργασία τους γέννησε το Πειραιώτικο Ρεμπέτικο. Η ιστορία της «Τετράδος» ξεκινά κάπου το καλοκαίρι του 1934, χρόνια ταραγμένα τόσο πολιτικά όσο και κοινωνικά -με την Ελλάδα σε πτώχευση από το 1932. Η «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς» κουρδίζει μπουζούκια, μπαγλαμάδες και φωνές και ερμηνεύει μερικά από τα ομορφότερα τραγούδια του ρεμπέτικου.
Η ομάδα αυτή μπορεί να μη διέθετε ακριβοπληρωμένα ονόματα του πενταγράμμου, είχε όμως ψυχή, μέταλλο πρωτοπόρου και κυρίως έπαιζαν ο ένας για τον άλλο και αυτό που τους ενδιέφερε ήταν να κάνουν αυτό που αγαπάνε όσο καλύτερα μπορούν όντας τέλεια συνδυασμένοι σαν μια καλοκουρδισμένη μηχανή, που μπορεί να αντιμετωπίσει τα πάντα.
Μήπως όλα αυτά αγαπητοί συν-Ολυμπιακοί σας θυμίζουν κάτι; Σίγουρα εκ πρώτης όψεως δε μπορεί να συνδέσει κανείς το ρεμπέτικο-λαϊκό τραγούδι με το μπάσκετ. Όμως, να που όλες οι επιτυχημένες ομαδικές προσπάθειες έχουν τόσο κοινά σημεία που είναι να απορεί κανείς πως τα φέρνει η ζωή. Γιατί πολύ απλά η ζωή τα έφερε έτσι που από τη σεζόν 2011-2012 έως τη σεζόν 2016-2017 φτιάχτηκε στον Πειραιά μια ομάδα καταδικασμένη να έχει επιτυχίες, μεγάλες νίκες και μέταλλο νικητή. Μπορεί στον πάγκο την καθοδήγηση των παιχτών να την είχαν αναλάβει κατά καιρούς διάφοροι προπονητές με διαφορετικές αντιλήψεις, όπως οι Κόουτς Ίβκοβιτς, Μπαρτζώκας και Σφαιρόπουλος, μέσα στο παρκέ όμως τα συνεκτικά στοιχεία που έφεραν την επιτυχία παρέμεναν για πολλά χρόνια ο κινητήριος μοχλός της επιτυχίας.
Ο Σπανούλης, ο Πρίντεζης, ο Παπανικολάου και ο Μάντζαρης ήταν σα να είχαν ιδρύσει τη «Μπασκετική Τετράδα του Πειραιά», έχοντας έναν πέμπτο συνοδοιπόρο που έβαζε το κερασάκι στην τούρτα των ερυθρόλευκων επιτυχιών. Άνθρωποι με διαφορετική καταγωγή, μπασκετικά βιώματα, διαφορετικές ηλικίες και καριέρα μέχρι τότε έφτιαξαν μια ομάδα που τρέλανε τους πάντες και κυρίως το λαό της σε Ελλάδα και Ευρώπη. Δεν ήταν οι πιο ακριβοπληρωμένοι παίχτες στην Ευρωλίγκα και την Α1 Ανδρών αλλά είχαν μέταλλο νικητή και κάνανε αυτό που αγαπάνε όσο μπορούν καλύτερα παίζοντας ο ένας για τον άλλο, υπερνικώντας όλα τα εμπόδια.
Επίσης, τόσο οι μουσικοί της «Τετραδας», όσο και οι παίχτες του Ολυμπιακού μας, «μεγάλωσαν» μέσα από τις επιτυχίες της εκάστοτε ομάδας και με την παρουσία τους «μεγάλωσαν» την ομάδα τους.
Ο Βασίλης Σπανούλης ως άλλος Μάρκος Βαμβακάρης ήταν εκείνος με τις μεγαλύτερες περγαμηνές μέχρι τη συνάντηση με τους υπόλοιπους παίχτες. Ο Μάρκος του λαϊκού τραγουδιού είχε ηχογραφήσει ήδη γύρω στα 50 τραγούδια, ενώ ο Βασίλης Σπανούλης ήταν εκείνος που είχε ήδη θητεία στο μαγικό κόσμο NBA, καθώς και έναν τίτλο MVP σε F4 της Ευρωλίγκας και μάλιστα με τον αιώνιο αντίπαλο.
Η «Τετρας» του λαϊκού τραγουδιού δεν είχε στο παλμαρέ της δισκογραφία στο όνομα «Τετράς η ξακουστή του Πειραιά» λόγω διάφορων νομικών κολλημάτων αλλά η μπασκετική «Τετράς» ήταν τα θεμέλια για την κατάκτηση 2 Πρωταθλημάτων Ευρώπης, 3 Πρωταθλημάτων Ελλάδας και 1 Κυπέλλου Ελλάδας. Βέβαια τα τραγούδια της Τετράδος τραγουδιόνται μέχρι τις ημέρες μας περίπου 80 χρόνια μετά – και κανείς δεν ξέρει αν οι αναμνήσεις από τις μπασκετικές επιτυχίες του Σπανούλη και της παρέας του θα διαρκέσουν τόσο στο χρόνο!
Σίγουρα και στις δυο ομάδες που εξετάζουμε, η επιτυχία έπαιξε μεγάλο ρόλο για να μένουν ενωμένα για καιρό τα βασικά γρανάζια αυτών. Όμως, σημασία έχει το πώς ήρθε αυτή η επιτυχία. Έγινε χωρίς πολλά μέσα και έχοντας τα βασικά αλλά οι μεν ευχαριστιόντουσαν το μπάσκετ και απέδιδαν σε ένα υγιές περιβάλλον παρά τις δυσκολίες και τον υψηλό ανταγωνισμό. Ενώ οι δε συγκρότησαν ένα μουσικό σχήμα σε παρθένο έδαφος δίνοντας άλλη διάσταση στο λαϊκό τραγούδι. Ο μπασκετικός Ολυμπιακός μας ιδρύθηκε το 1931 όμως η ομάδα πήρε υπόσταση στα τέλη της δεκαετίας του ’30, όταν ενσωμάτωσε παίκτες από την «Ιωνίδιο» Σχολή. Στην πορεία του χρόνου – μεγάλες μορφές του ελληνικού μπάσκετ φόρεσαν την «ερυθρόλευκη» φανέλα, προπονητές έγραψαν ιστορία, ήρθαν νίκες, με τον Ολυμπιακό να πρωταγωνιστεί εντός και εκτός συνόρων. Όλα αυτά χάρη στον καθηγητή Φυσικής Αγωγής Γιώργο Σταματάκη ο οποίος δημιούργησε την πρώτη ομάδα μπάσκετ του Ολυμπιακού κι από το 1938 έως το 1949 εκπροσωπούσαν τους «ερυθρόλευκους» στα πρωταθλήματα.
Ο μπασκετικός Ολυμπιακός όσο και η «Τετράς η ξακουστή του Πειραιά» το 1934, αποτέλεσαν και οι δυο τους γεννήματα της ταραγμένης Ελλάδας του Μεσοπολέμου και ήταν γραφτό να χαρίσουν στο λαό τους ατελείωτες στιγμές χαράς και ψυχαγωγίας.
Και μπορεί η μουσική Τετράς να υπέκυψε φυσιολογικά μπροστά στον αδηφάγο χρόνο όμως ο μπασκετικός Ολυμπιακός συνέχισε να μεγαλώνει και από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι και σήμερα είναι εκ των πιο επιτυχημένων ομάδων του Συνδέσμου στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις με κατακτήσεις τεσσάρων διεθνών τίτλων (3 φορές την Ευρωλίγκα και 1 φορά το διηπειρωτικό) και σειρά παρουσιών σε F4 και τελικούς. Η διαχρονική κορύφωση των επιτυχιών της ομάδας (περίοδος 2011-17) συνδέεται όμως απαρέγκλιτα με την τετράδα των Σπανούλη, Πρίντεζη, Παπανικολάου και Μάντζαρη (ενώ σημαντική θέση μοιάζει να έχει πάρει εδώ και μερικά χρόνια ο Νικόλα Μιλουτίνοφ σε αυτό τον βασικό κορμό)
Το Πειραιώτικο Ρεμπέτικο έχει ιδιαίτερο ύφος και ήχο, μιας και παίχτηκε με μπουζούκια και μπαγλαμάδες κατά κύριο λόγο ή και με τη συνοδεία μιας απλής κιθάρας. Tα λόγια των τραγουδιών, είναι λιτά, καίρια και ελεύθερα, όσο η επιθυμία αυτών που τα έγραφαν να παρηγορηθούν, να διαμαρτυρηθούν, να γιατρευτούν, να γελάσουν και να ξεχάσουν. Τραγούδια που γράφτηκαν με αυθεντικό αίσθημα.
Μέσα σε όλα αυτά το πιο αστείο από όλα είναι ότι ο Πρίντεζης έχει μεγάλη αδυναμία στο μπουζούκι – κάνοντας την μουσικό-αθλητική σύνδεση ακόμα ποιο ενδιαφέρουσα.
Οι Βαμβακάρης, Μπατής, Παγιουμτζής και Δέλιας συναντιόντουσαν σε καφενεία και ταβερνεία της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά, κατεβαίναν στα βράχια της Πειραϊκής κι ερμήνευαν τραγούδια αληθινά, που καθιερώθηκαν ως πειραιώτικα ρεμπέτικα τραγούδια. Κατά το ίδιο τρόπο που οι Σπανούλης, Πρίντεζης, Παπανικολάου και Μάντζαρης κατέβαιναν για προπονήσεις στο ΣΕΦ και μέσα από την συνεργασία τους (προφανώς και με την υποστήριξη και άλλων παικτών και την καθοδήγηση σπουδαίων προπονητών) μας οδήγησαν σε μια σειρά από μοναδικές και αυθεντικές αθλητικές στιγμές εμπλουτισμένες με συναισθήματα που θα μας γεμίζουν κάθε φορά που θα τις θυμόμαστε. Αν μη τι άλλο υπάρχει ασυναίσθητα ή έστω και αυθαίρετα μια σύνδεση μεταξύ των 2 τετράδων – τουλάχιστον στο μυαλό μου.
Ο Πειραιάς σαν το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας είχε την ευτυχία να δημιουργήσει και να συστήσει στον κόσμο δυο τεράστιες ομαδάρες που παρά τις διαφορές τους έγραψαν Ιστορία η κάθε μια στον τομέα της γιατί έμειναν καιρό μαζί και έτσι βρήκαν τον τρόπο…
RED LABEL
Πηγές