Red Shooting Guards – Team of the Century

p3nnyhardaway

Μετά από από το 1ο μέρος που παρουσιάσαμε τους καλύτερους Point Guards (σε προσφορά και απόδοση στον Ολυμπιακό) προχωράμε στο 2ο μέρος όπου και θα παρουσιάσουμε τους Shooting Guards. Η θέση του shooting guard είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες στο πέρασμα των χρόνων. Σε αυτή τη θέση έχουμε δει παίκτες να είναι από off ball shooters, κινούμενοι γύρω από τα screens με σκοπό να εκτελέσουν ακαριαία, μέχρι κυρίως scoring guards όντας καλοί στο να βάζουν τη μπάλα στο καλάθι αλλά να μην δημιουργούν πολύ για την ομάδα και φυσικά έχουμε δει και παίκτες που αναφέρονται τύποις ως shooting guards, αλλά στην ουσία είναι combo guards και μπορούν να τρέξουν μια επίθεση δημιουργώντας για τον εαυτό τους, αλλά και για την ομάδα έχοντας πολύ ανεπτυγμένα point guard skills (Kill Bill).

Με το παρόν κείμενο θα επιχειρήσουμε να κάνουμε μια κατάταξη των καλύτερων SGs που αγωνίστηκαν στον Ολυμπιακό από το 2000 ως σήμερα, με βάση την απόδοσή τους στη Euroleague. Η επιλογή της περιόδου έγινε γιατί μπορούμε να έχουμε τα στοιχεία που χρειαζόμαστε για την μελέτη μας και όχι γιατί δεν θέλαμε να προσθέσουμε τους αστέρες της ερυθρόλευκης χρυσής δεκαετίας του 1990. Για να το κάνουμε αυτό και για να αποφύγουμε τα κλισέ υποκειμενικά κριτήρια ορίσαμε μια μεθοδολογία στην καταγραφή μας. Σύμφωνα λοιπόν με αυτή εξετάζουμε:

1. Ποιος είχε την υψηλότερη απόδοση σε μια χρονιά (PIR),

2. Ποιος είχε υψηλότερο PIR στην καριέρα του στον Ολυμπιακό (Avg PIR),

3. Ποιός συμμετείχε σε περισσότερους αγώνες (Career Games),

4. Ποιός είχε το μεγαλύτερο χρόνο συμμετοχής (Avg Mins),

5. Ποιός είχε το υψηλότερο Avg USG% (δηλ. ολοκλήρωσε τα περισσότερα plays της ομάδας όσο αγωνιζόταν),

6. Ποιός παίκτης προσέφερε στατιστικά περισσότερες νίκες (Win Shares),

7. Και τέλος ποιος συμμετείχε περισσότερο στις επιτυχίες της ομάδας (Success). Για αυτό τον υπολογισμό δίνουμε 1 πόντο για παρουσία στην Regular Season, 2 pts για τα Play Off, 4 pts για το Final4, 8 pts για συμμετοχή σε τελικό και 16 pts για κατάκτηση τίτλου. Σε κάθε κατηγορία o αριθμός των αγώνων που ο κάθε παίκτης συμμετείχε υπολογίζεται ξεχωριστά. Έτσι πχ αν κάποιος αγωνίστηκε μόνο 1 χρονιά σε 15 αγώνες από τους 20 που έδωσε η ομάδα και έφτασε μέχρι το F4 υπολογίζουμε (4×15/20) = 3 success points. Αν αγωνίστηκε περισσότερα χρόνια υπολογίζουμε και αθροίζουμε για όλες χρονιές ξεχωριστά. Για το τέλος έχουμε ένα και μοναδικό φίλτρο και αυτό είναι ο παίκτης να έχει συμμετάσχει σε τουλάχιστον 10 αγώνες με τον Ολυμπιακό (και αυτό το κάναμε ώστε η λίστα να μην είναι ατελείωτη.

Πάμε λοιπόν αμέσως στην αντίστροφη μέτρηση.

 

28) Darius Johnson-Odom

Ο συμπαθής Αμερικάνος ήρθε στην ομάδα μεσούσης της καταστροφικής σεζόν 2015-16. Αγωνίστηκε σε μόλις 12 παιχνίδια με μέσο όρο 4 pts και 1.6 asts σε 14 λεπτά ανά παιχνίδι. Την καλύτερή του εμφάνιση την έκανε στο Κάουνας, στη συντριβή μας με 75-55 από τη Zalgiris. Ο Johnson-Odom ήταν ένας εκρηκτικός guard αλλά μάλλον για το χαμηλότερο επίπεδο, καθώς δεν είχε ανεπτυγμένες ικανότητες στο δημιουργικό κομμάτι, ήταν ασταθής σουτέρ από μέση-μακρινή απόσταση και γενικότερα έπαιζε περισσότερο με το ένστικτο. Θα τον θυμόμαστε μάλλον μόνο για ένα εντυπωσιακό coast to coast κάρφωμα απέναντι στη Baskonia (που έφτασε ως το Final Four) μέσα στο ΣΕΦ.

 

27) Mardy Collins

Συνεχίζουμε με μια ακόμη μεταγραφή…Ιανουαρίου. Άλλη μια συμπαθητική φυσιογνωμία, ο Mardy Collins ήταν ένας πλάγιος με μέγεθος, καλή αμυντική συμπεριφορά και συμπαθητικό χειρισμό της μπάλας ο οποίος αποκτήθηκε από τον coach Μπαρτζώκα τη σεζόν 2013-14, ως “γέμισμα” για ειδικές αποστολές, αλλά ουσιαστικά χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα.

 

26) Jannero Pargo

To καλοκαίρι του 2008, ο τότε 29χρονος Jannero Pargo απέρριψε προτάσεις από τους Spurs και κάποιες ακόμη ομάδες του ΝΒΑ, ώστε να αποκτηθεί έναντι ενός τεράστιου ποσού, από την Dynamo Moscow υπό τον David Blatt! Ήταν ομολογουμένως μια σπουδαία κίνηση, καθώς την προηγούμενη σεζόν ο Pargo είχε κάνει εξαιρετικά play-offs με τους Hornets του Chris Paul, οι οποίοι είχαν βγει 2οι στη Δύση και ανάγκασαν τους πανίσχυρους Spurs σε game 7 στον ημιτελικό της Δύσης. Σε αυτό το παιχνίδι ο Pargo έβαλε κάποια μεγάλα σουτ (18 pts), ερχόμενος από τον πάγκο και γενικά είχε ρόλο 6ου παίκτη σε εκείνο το ρόστερ (βασικός SF ο Stojakovic!). Η Dynamo έφερε και τον Nachbar από το NBA επενδύοντας σημαντικά ποσά με σκοπό να κυριαρχήσει σε Πρωτάθλημα και Eurocup σε μια σεζόν που κατέληξε σε τεράστιο φιάσκο, κυρίως λόγω οικονομικών…ατασθαλιών. Αυτές ανάγκασαν τον Pargo να φύγει από τη Ρωσία και να προστεθεί στο ρόστερ του Ολυμπιακού από τον coach Γιαννάκη τον Ιανουάριο του 2009. Χρησιμοποιήθηκε και αυτός ελάχιστα και δεν έδειξε ποτέ την πραγματική του αξία.

 

25) Γιάννης Καλαμπόκης

Ο Καλαμπόκης αγωνίστηκε στο μπασκετικό μας τμήμα σε μια από τις πιο σκοτεινές στιγμές του, τη διετία 2003-05. Ήρθε από το… Παλαιό Φάληρο το οποίο την χρονιά 2002-03 έκανε την τεράστια έκπληξη τερματίζοντας 2ο στην Α2, εξασφαλίζοντας την άνοδό του στην Α1, κάτι που δεν έλαβε ποτέ χώρα λόγω έλλειψης πόρων για ένα τέτοιο εγχείρημα. Ο Καλαμπόκης χρησιμοποιήθηκε και αυτός πολύ λίγο και δεν είχε κάποια ουσιαστική συμβολή στην Euroleague.

 

24) Kevin Punter

Ναι ο Punter, αυτός που είχε 15 pts μέσο όρο φέτος, με ποσοστά που αγγίζουν το 50-40-90, αυτός ο ίδιος παίκτης απέτυχε ως SG στον περσινό Ολυμπιακό. Δεν έχουμε πολλά να πούμε εδώ, ο παίκτης δεν στηρίχθηκε καθόλου, τα μέσα τον είχαν στο στόχαστρο από το 3ο παιχνίδι της σεζόν 2019-20, και μέσα στη γενικότερη παράνοια αποφασίσαμε να ακούσουμε τον Kemzura και να τον αποδεσμεύσουμε. Επόμενος…

 

23) Γιαννούλης Λαρεντζάκης

Συμπαθητική σεζόν η φετινή για τον Λαρεντζάκη, ο οποίος έδειξε απόλυτα προσηλωμένος στο ρόλο του και λειτούργησε καλά ώς τύπου facilitator, ερχόμενος από τα… βάθη του πάγκου. Τον πίστευα από όταν ανακοινώθηκε πέρυσι και θεωρώ ότι πρέπει να στηριχθεί και του χρόνου, καθώς τις περισσότερες φορές που κλήθηκε να εκτελέσει συγκεκριμένες αποστολές προσαρμόστηκε άμεσα, χωρίς να είναι επιζήμιος για την ομάδα συνολικά.

 

22) Charles Jenkins

Άλλος ένας παίκτης από το φετινό ρόστερ, ο Jenkins, αποδείχθηκε μια επιεικώς μέτρια επιλογή από τον coach Μπαρτζώκα. Ο Αμερικάνος SG πίεσε τη μπάλα και σούταρε πολύ καλά (2PT 68% – 3PT 42,5%), εκτελώντας όμως πολύ λίγα σουτ. Η ομάδα μάλλον χρειαζόταν έναν ακόμη καλό χειριστή και όχι έναν μονοδιάστατο σουτέρ και κάπου εκεί άρχισε να χάνεται ο συγκεκριμένος παίκτης.

 

21) Jamon Gordon

Ο Gordon αποκτήθηκε το 2010 από τον coach Γιαννάκη, μετά από μια εξαιρετική σεζόν με το Μαρούσι του coach Μπαρτζώκα, το οποίο πήγε να κάνει την έκπληξη της δεκαετίας, χάνοντας στο νήμα την πρόκριση στα playoffs της σεζόν 2009-10, προκαλώντας ωστόσο τεράστια ζημιά στον πολύ δυνατό Παναθηναϊκό ο οποίος έμεινε εκτός play-offs. Ο Gordon ξεκίνησε πολύ νωθρά τη σεζόν όμως ανέβασε την απόδοση του στο TOP 16 και κυρίως στα καταστροφικά play-offs με τη Siena, όπου ήταν συγκινητικός κυρίως στα 2 παιχνίδια που χάσαμε στην Ιταλία, βγάζοντας τρομερή ενέργεια στο παρκέ. Λείπει ένας τέτοιου τύπου παίκτης από τον τωρινό Ολυμπιακο.

 

20) Aaron Harrison

Αποκτήθηκε για να παίξει με τη μπάλα στα χέρια, τη στιγμή που ερχόμενος στη Euroleague ήταν περισσότερο shooting wing. Κάπου δεν εκτιμήθηκαν σωστά οι ικανότητές του, κάπου και αυτός δεν έπιασε καν το μέσο όρο απόδοσης σε ορισμένα κομμάτια, εν τέλει απ’ ότι φάνηκε ο Harrison ήταν μια κακή επιλογή για το συγκεκριμένο ρόστερ. Σε επίπεδο Euroleague μπορεί να είναι ένας χρήσιμος παίκτης, σε ρόστερ που είναι δομημένα με διαφορετικό τρόπο από το δικό μας φέτος, με αρκετούς χειριστές και παραπάνω αθλητικότητα.

 

19) Martynas Gecevicius

Κλασικός sharpshooter, χωρίς παιχνίδι με τη μπάλα στα χέρια, ο Gecevicius έκανε αυτό που ήξερε καλύτερα, δηλαδή να ευστοχεί σε σουτ από την περιφέρεια, κυρίως στο πρώτο μισό της σεζόν 2011-12 (3PT 41%), καθώς από το TOP 16 και έπειτα αγωνίστηκε ελάχιστα. Παρομοίως την σεζόν 2012-13, όταν είχε συνολικά μόλις 90 λεπτά συμμετοχής. Θα τον θυμόμαστε για τις βόμβες του σε πολύ κρίσιμο σημείο του πρώτου τελικού του Πρωταθλήματος απέναντι στον ΠΑΟ τη σεζόν 2011-12.

 

18) Renaldas Seibutis

Ένας υποτιμημένος παίκτης ο οποίος αγωνίστηκε τις σεζόν 2005-06 και 2007-08 (μόλις 9 λεπτά!) στην ομάδα μας. Ο Λιθουανός αποκτήθηκε από τον coach Kazlauskas το 2005, ως ένα πολύ μεγάλο ταλέντο στην Ευρώπη, καθώς είχε μόλις κατακτήσει το Χρυσό στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα U-21 όντας ο MVP του τουρνουά. Την πρώτη του σεζόν έδειξε θράσος και καλή γνώση των fundamentals και, στα 20 του χρόνια, ήταν σημαντικό μέλος μιας μέτριας ομάδας που δεν υπολόγιζε κανένας και η οποία τρύπησε το ταβάνι της και έφτασε να παίξει στο ένα σουτ την πρόκριση της στο Final Four της Πράγας το 2006. Το, ελεύθερο, άστοχο τρίποντο του Παπαμακάριου, μετά το drive του απόλυτου ηγέτη εκείνης της ομάδα, Tyus Edney, μας στέρησε την ευκαιρία να διεκδικήσουμε το αδιανόητο. Ο Seibutis ήταν ένας all around παίκτης ύψους 1.96, που ερχόταν από τον πάγκο για να ξεκουράζει τον Παπαμακάριο κατά βάση, και ο οποίος υπό τις οδηγίες του Kazlauskas έδωσε λύσεις σε μια μέτρια περιφερειακή γραμμή. Η αστάθειά του στο περιφερειακό σουτ και τη δημιουργία δεν του επέτρεψαν να κάνει το παραπάνω βήμα στην καριέρα του.

 

17) Νίκος Χατζής

Άλλος ένας παίκτης της ομάδας του coach Kazlauskas τη σεζόν 2005-06. Ο Χατζής ήρθε μετά από μια γεμάτη πενταετία στην ΑΕΚ (Πρωταθλητής Ελλάδος το 2002…) σε ηλικία 29 ετών και έχοντας περάσει το prime του. Έδωσε σημαντικές λύσεις στην επίθεση με αποκορύφωμα την εμφάνιση του στο παιχνίδι που έκρινε την πρόκριση στο Final Four του 2016. Στο game 3 εκείνης της σειράς μέσα στο Tel Aviv, εναντίον της σπουδαίας Maccabi, ο Χατζής έβαλε “άνιωθα” σουτ σε ένα πολύ σκληρό και κλειστό παιχνίδι εν μέσω αποπνικτικής ατμόσφαιρας. Τίμιος ρολίστας δεν έδωσε το κάτι παραπάνω.

 

16) D.J. Strawberry

Ο coach Σφαιρόπουλος έσπευσε να κλείσει τον Αμερικάνο SG, μετά την καταπληκτική του σεζόν με την Karsiyaka, με την οποία κατέκτησε το Πρωτάθλημα Τουρκίας. Είχε πολλά σκαμπανεβάσματα σε ένα δυσλειτουργικό ρόστερ, με βασικότερα μειονεκτήματά του το περιφερειακό σουτ αλλά και το διάβασμα του παιχνιδιού. Είχε κατά μέσο όρο 6.2 pts και 1.6 asts, με μόλις 25% από το τρίποντο, σε κάτι περισσότερο από 20 λεπτά ανά παιχνίδι. Αποδεσμεύτηκε στο τέλος της σεζόν και συνέχισε την καριέρα του σε ομάδες χαμηλότερου επιπέδου.

 

15) Μανώλης Παπαμακάριος

Ο Παπαμακάριος αγωνίστηκε για την ομάδα μας από το 2006 ως το 2008. Η καλή του χρονιά ήταν η πρώτη (2005-06), όταν και ξεκινούσε βασικός δίπλα στον παιχταρά Tyus Edney στην περιφέρεια της ομάδας, γράφοντας 22 λεπτά ανά παιχνίδι. Ο Παπαμακάριος ήταν ένας low mistake παίχτης που πρόσφερε και στις δύο πλευρές του παρκέ, χωρίς να θαμπώνει φυσικά με την παρουσία του. Ήταν και αυτός βασικό μέλος της τίμιας ομάδας του Kazlauskas, παρόλα αυτά τις 2 επόμενες χρονιές ο ρόλος του περιορίστηκε σημαντικά.

 

14) Γιώργος Διαμαντόπουλος

O Διαμαντόπουλος ήρθε στην ομάδα το 2003 ως ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα του ελληνικού αλλά και του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Την προηγούμενη μάλιστα σεζόν (2002-03) αγωνιζόμενος για τον Πανιώνιο έκανε πράγματα και θαύματα στο Ελληνικό Πρωτάθλημα, σκοράροντας κατά ριπάς με κάθε πιθανό τρόπο, έxοντας 26.5 pts μέσο όρο, γεγονός που τράβηξε το ενδιαφέρον κορυφαίων τότε ομάδων, όπως ο Παναθηναϊκός και η Virtus Bologna. Δυστυχώς, αν και έγραψε εξαιρετικά νούμερα (12.5 pts – 2PT 60% – 3PT 49%), ο Διαμαντόπουλος ήρθε στο σύλλογο σε κάκιστο timing, σε μια από τις χειρότερες χρονιές της σύγχρονης ιστορίας του μπασκετικού τμήματος, βάσει αποτελεσμάτων. Ένα από τα μεγάλα what if του ελληνικού μπάσκετ, αν δούλευε περισσότερο και διαχειριζόταν καλύτερα τις αποφάσεις του σε επαγγελματικό επίπεδο θα μπορούσε να γράψει ιστορία.

 

13) Henry Domercant

Προσωπική αδυναμία ο Domercant, ήρθε στον Ολυμπιακό το 2006 υπό τον coach Gershon. Κλασικός sharpshooter, με μέγεθος και καλή αμυντική συμπεριφορά που κόλλαγε καλά δίπλα στους Penn και Acker και είχε βασικό ρόλο σε εκείνο το ρόστερ, που έφτασε ως τους 8 της Euroleague, πριν αποκλειστεί από την εξαιρετική Taugres των Prigioni, Rakocevic, Scola, Splitter. O Domerant είχε κατά μέσο όρο 11.2 pts με εξαιρετικά ποσοστά (2PT 50% – 3PT 44.5%) και εξαργύρωσε την πολύ καλή του χρονιά, με ένα δυνατό συμβόλαιο από την Dynamo Moscow, η οποία είχε ήδη παίκτες όπως οι Hansen, Vujanic, Φώτσης και Javtokas.

 

12) Nenad Markovic

Οι πιο νέοι οπαδοί της ομάδας πιθανόν θα αγνοούν ότι το μακρινό 2002 η ομάδα μας ξεκίνησε την ευρωπαϊκή της περιπέτεια με βασικό SG τον Nenad Markovic…Ο Βόσνιος ήρθε από τον Πανιώνιο και ήταν επιλογή του Λευτέρη Σούμποτιτς, ώστε να συμπληρώσει τον Tomic στο backourt μας. Η αλήθεια είναι ότι έκανε πολύ τίμια χρονιά, σκοράροντας 11.2 pts κατά μ.ο. με πολύ καλά νούμερα (50-40-81) και έδωσε σημαντικές λύσεις στο σκοράρισμα, σε ένα επιεικώς μέτριο ρόστερ, με 1-2 πραγματικά καλούς παίκτες (Maurice EvansDemarco Johnson). Η ομάδα εν τέλει αποκλείστηκε στη φάση των ομίλων του TOP 16 παλεύοντας όσο μπορούσε (2η θέση), καθώς σύμφωνα με το τότε format ο πρώτος κάθε ομίλου έπαιρνε την απευθείας πρόκριση για το Final Four και η εξαιρετική Barcelona, που αργότερα κατέκτησε και το τρόπαιο, αποδείχθηκε too much.

 

11) Boris Gorenc

Boris? Gorenc? Τι είναι αυτά ρε? Υπήρξε τέτοιος παίκτης ή είναι ηθοποιός, θα αναρωτηθεί κάποιος νεότερος φίλαθλος της ομάδας. Ο Σλοβένος Gorenc, προσωπική επιλογή του συμπατριώτη του Σούμποτιτς, αγωνίστηκε στην ομάδα τη διετία 2003-05 όταν και τερματίσαμε 2 συνεχόμενες χρονιές στην 8η θέση του Ελληνικού Πρωταθλήματος! Η ομάδα τότε ήταν γεμάτη…εξωτικά πουλιά, το τμήμα ήταν στα πρόθυρα της διάλυσης, αλλά τουλάχιστον ο Gorenc προσπάθησε όσο πιο τίμια μπορούσε (εξ’ ορισμού δεν μπορούσε…). Δεν έχω και πολλά να πω για τον Boris, η απόλυτη μετριότητα, πάμε παρακάτω….

 

10) Dusan Vukcevic

Ο Σερβοέλληνας έκανε 2 θητείες στην ομάδα μας από το 2000 και μετά, μία τη σεζον 2000-01 και άλλη μια το 2004-05. Στη σεζόν 2000-01 είχαμε αρκετά καλή ομάδα, στην οποία ηγέτης ήταν ο Dino Radja, ενώ πολύτιμες βοήθειες έδιναν οι Risascher, Οικονόμου, Παπανικολάου, Rivers, Tomic, από κοντά και ο Vukcevicm ο οποίος έγραφε 11.2 pts κατά μέσο όρο με εξαιρετικό ποσοστό στο δίποντο (67%), αλλά κακό ποσοστό από την περιφέρεια (29%). Η ομάδα έκανε εξαιρετικές εμφανίσεις μέχρι τους 8 (ρεκόρ 11-3), εκεί όπου αποκλείστηκε με 2-0 από την πολύ δυνατή Taugres του Dusko Ivanovic, με πρωταγωνιστές τους Bennett, Scola, Stombergas, Oberto, Alexander. Στη δεύτερή του θητεία (2004-05) έπαιξε στην χειρότερη ομάδα του Ολυμπιακού από το 2000 ως σήμερα, η οποία αποκλείστηκε από την Ευρώπη με ρεκόρ 4-10. Λογικό αν αναλογιστεί κανείς ότι οι βασικοί μας παίκτες ήταν οι Zoroski, Jurkovic, Postell, Perry και Αγαδάκος….Να προχωρήσουμε? Να προχωρήσουμε….

 

9) Yotam Halperin

O Halperin αγωνίστηκε για τρία χρόνια στην ομάδα μας, μεταξύ 2008 και 2011. Η καλή του χρονιά ήταν η πρώτη, όταν και είχε 7.5 pts, παίζοντας κυρίως ως back up του Lynn Greer και έβαλε το λιθαράκι του ώστε ο Ολυμπιακός να επιστρέψει στο Final Four, μετά από 10 χρόνια. Έδωσε λύσεις στην ομάδα, με το εξαιρετικό περιφερειακό του σουτ και την γενικότερη επαφή του με το καλάθι (2PT 61% – 3PT 46%), αλλά “εξαφανίστηκε” από τα play-offs και μετά, όταν τα παιχνίδια άρχισαν να δυσκολεύουν. Στα 2 επόμενα χρόνια του στην ομάδα η συμμετοχή του περιορίστηκε, αφενός λόγω της αδυναμίας του στο αμυντικό κομμάτι (απόκτηση Scoonie Penn το 2009 για την άμυνα), αφετέρου εξαιτίας της ανόδου του τρομερού Milos Teodosic και φυσικά της έλευσης του Βασίλη Σπανούλη. Χρήσιμος sharpshooter για καλοδομημένα και…πλούσια ρόστερ.

 

8) Arvydas Macijauskas

Απλά το μεγαλύτερο what if του σύγχρονου μπασκετικού τμήματος του Ολυμπιακού, οπότε θα γράψουμε δύο κουβέντες παραπάνω. Ο Λιθουανός μπόμπερ ήρθε στην ομάδα στα 26 του, το καλοκαίρι του 2006, όντας ένα από τα πιο καυτά ονόματα στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Ένα χρόνο πριν (σεζόν 2004-05) είχε οδηγήσει την τότε Tau Ceramica (νυν Baskonia) στον τελικό της Euroleague, πραγματοποιώντας εκπληκτικές εμφανίσεις (18 pts – 3 asts/ 2PT 56% – 3PT 40% – FT 92%), γεγονός που αυτόματα του έδωσε μια θέση στην καλύτερη πεντάδα της χρονιάς. Μάλιστα η ποιότητα του παίκτη τράβηξε το ενδιαφέρον του ΝΒΑ και εν τέλει οι Charlotte Hornets του πρόσφεραν συμβόλαιο το 2005, σε μια εποχή που δεν ήταν καθόλου απλό για Ευρωπαίο παίκτη να αγωνιστεί στο “μαγικό κόσμο”. Το πέρασμα από το ΝΒΑ ήταν απογοητευτικό και την επόμενη χρονιά ο Ολυμπιακός του Pini Gershon προσέγγισε τον παίκτη και ολοκλήρωσε μια σπουδαία μεταγραφή (4ετές συμβόλαιο έναντι 9 εκατομμυρίων). Ο Macijauskas, όπως γίνεται κατανοητό, δεν ήταν ένας απλός παίκτης εκείνη την περίοδο, αλλά ένας σουπερστάρ στον οποίο η ομάδα βάσιζε τις ελπίδες της για επιστροφή στην ελίτ της Ευρώπης. Ο Λιθουανός ήταν ένα εξαιρετικό scoring guard, ένας αθλητής με αστείρευτη ενέργεια, ο οποίος δεν σταματούσε να κινείται μέσα στο παρκέ και εκτελούσε με απίστευτη συνέπεια από οποιοδήποτε σημείο. O Juan Carlos Navarro τον χαρακτήρισε ως τον δυσκολότερο αντίπαλο που αντιμετώπισε ποτέ και ως ένα παίκτη που δεν κατάφεραν ποτέ να αποκωδικοποιήσουν, τόσο σπουδαίο ήταν το επιθετικό του ταλέντο. Δυστυχώς για την ομάδα, μόλις λίγους μήνες μετά την απόκτησή του, είδε τον Macijauskas να διαλύει τον αχίλλειο τένοντά του και να χάνει το μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς επιστρέφοντας για 2 μόλις παιχνίδια εναντίον της παλιάς του ομάδας (Tau Ceramica) στα playoffs του 2007, αλλά και για τους τελικούς του πρωταθλήματος (ήττα με 3-2 από τον ΠΑΟ), εμφανώς επηρεασμένος από τον τραυματισμό του. Την επόμενη σεζόν (2007-08) και ενώ είχε ξεκινήσει εντυπωσιακά στον πρώτο γύρο της Euroleague (19.5π / 70% 2PT – 42% 3PT – 88% FT) μια σειρά από τραυματισμούς ουσιαστικά τον “τελειώσαν”. Η συνεργασία με την ομάδα διεκόπη απότομα την επόμενη σεζόν, όταν εμφανίστηκε στην προετοιμασία με τραυματισμό που αποκόμισε από ένα παιχνίδι με τους φίλους του στην Λιθουανία και μετά από νομικές περιπέτειες ο παίκτης δεν αγωνίστηκε ποτέ ξανά με τα ερυθρόλευκα. Μάλιστα ο “Μάτσε” σταμάτησε το μπάσκετ μετά από περίπου 1.5 χρόνο, σε ηλικία 30 ετών χωρίς να αγωνιστεί σε κάποια άλλη ομάδα. Δυστυχώς δεν είχαμε τη χαρά να δούμε τον σπουδαίο αυτό σκόρερ να αγωνίζεται για πολλά χρόνια και θα θυμόμαστε ότι το πέρασμά του από το σύλλογο μας άφησε μια γλυκόπικρη γεύση.

 

7) Janis Strelnieks

Άλλος ένας κλασικός sharpshooter, με λίγο καλύτερο παιχνίδι με τη μπάλα στα χέρια. O Λετονός αποκτήθηκε το 2017 μετά το τέλος της σεζόν κατά την οποία φτάσαμε στον τελικό της Euroleague. Ουσιαστικά ήταν μια επιλογή που θα έδινε λύσεις στην περιφερειακή μας εκτέλεση και όντως ο Strelnieks σούταρε με 39% την πρώτη του σεζόν και με 46% τη δεύτερη. Δεν πρόσφερε ιδιαίτερα σε άμυνα και δημιουργία, όμως ήταν σε average επίπεδα χωρίς να αποτελεί πληγή σε αυτούς τους τομείς. Ισορροπημένος παίκτης γενικά και κομβικός πολλές φορές, εξαιτίας του γεγονότος ότι ο Σπανούλης είχε πατήσει για τα καλά τα 35 αλλά και της απότομης πτώσης στην απόδοση του Μάντζαρη. Not great, not terrible.

 

6) Erick Green

Υποτιμημένος σκόρερ ο Green και clutch παίκτης, όπως θα θυμόμαστε από τα μεγάλα σουτ του στον ημιτελικό με την CSKA το 2017. Αντικαταστάθηκε από τον Strelnieks (εχμμμ), μάλλον γιατί ψάχναμε ένα guard που θα ήταν πιο κόμπο, αλλά προσωπικά θεωρώ ότι θα μπορούσε να είχε μείνει και να είχαμε πάει σε έναν guard με μέγεθος και σκληράδα, και όχι στον Brian Roberts, που ήταν η μεγάλη αστοχία εκείνης της μεταγραφικής περιόδου. Βέβαια δεν ξέρω κατά πόσο ήθελε να έχει το ρόλο του back up καθώς δεν κόλλαγε ιδανικά δίπλα στον Σπανούλη. Ολοκλήρωσε τη σεζόν με μ.ο. 10 pts με ποσοστά 47-40-82.

 

5) Παναγιώτης Λιαδέλης

Ο Λιαδέλης “έδεσε” στο μεγάλο λιμάνι στα 29 του χρόνια, αναζητώντας ρόλο πρωταγωνιστή σε μια πολύ περίεργη περίοδο για το μπασκετικό τμήμα. Ο δυναμικός guard που ζούσε από το midrange, ξεχώριζε με διαφορά σε ένα ρόστερ που στερούταν ποιότητας και δεν είχε ουσιαστικές προσδοκίες εκείνη τη σεζόν. Ήταν ο go to guy και πρώτος σκόρερ της ομάδας με 17 pts και εξαιρετικά νούμερα (2PT 56% – 3PT 37% – FT 89%). Αξιομνημόνευτη είναι η συγκλονιστική εμφάνισή του στο παιχνίδι απέναντι στη Valencia (RigaudeauObertoTomasevic) όπου επικρατήσαμε με 78-90, με τον Λιαδέλη να σταματάει στους 33 πόντους. Στο τέλος εκείνης της απογοητευτικής ομολογουμένως σεζόν αποδεσμεύτηκε και συνέχισε την καριέρα του στον Απόλλωνα Πάτρας.

 

4) Alex Acker

Μεγάλο ταλέντο ο Acker και παίκτης με πολύ καλή επαφή με το καλάθι, αγωνίστηκε στην ομάδα μας τη σεζόν 2006-07, όντας πρώτος σε χρόνο συμμετοχής και σε μέσο όρο πόντων. O Acker ήταν ένας εξαιρετικός all around παίκτης (14.3 pts – 2.5 asts – 5.5 rebs – 1.8 κλεψίματα) με μέγεθος (1.96) και αθλητικότητα, ο οποίος πήρε από το χέρι την ομάδα μας και την οδήγησε στους 8 της Euroleague, όπου τελικά αποκλειστήκαμε από την Taugres (κακός δαίμονας). Αν ήταν λίγο πιο σταθερός στο περιφερειακό του σουτ και λιγότερο επιρρεπής στο λάθος θα έβρισκε σίγουρα ρόλο back up στο NBA, εκεί όπου κατάφερε να παιξει μόλις 30 αγώνες με τους Pistons και τους Clippers. Εξαργύρωσε την πολύ καλή του χρονιά με ένα συμβόλαιο στην Barcelona του Dusko Ivanovic, ο οποίος αντικαταστάθηκε στη μέση της χρονιάς από τον…Xavi Pasqual.

 

3) Alphonso Ford

Τεράστια αδυναμία των απανταχού Ολυμπιακών ο αδικοχαμένος παιχταράς Alphonso Ford, οπότε θα πούμε και εδώ λίγα πράγματα παραπάνω. Ο Ford αποκτήθηκε το 2001 και εκείνη τη σεζόν πραγματοποίησε μια σειρά από εκπληκτικές εμφανίσεις, όντας ο απόλυτος ηγέτης ενός συνόλου γεμάτο από cult φυσιογνωμίες όπως οι SavrasenkoΜπουντούρηςFemerlingDe MiguelNikagbatse! Ο Ολυμπιακός ξεκίνησε τη σεζόν με τον Ηλία Ζούρο στο τιμόνι, ο οποίος όμως αντικαταστάθηκε από τον Λευτέρη Σούμποτιτς τον Ιανουάριο του 2002. Η ομάδα δεν είχε το ποιοτικό βάθος και τα μεγάλα ονόματα στο ρόστερ της, όμως στηρίχθηκε σε πολύ τίμιους παίκτες όπως ο 24χρονος τότε Θοδωρής Παπαλουκάς, ο Γάλλος small forward Stephane Risacher, ο James Forrest, ο Aleksey Savrasenko, ο Milan Tomic και φυσικά ο Alphonso Ford. Υποστηρικτικό ρόλο είχαν οι Δημήτρης Παπανικολάου, Μπουντούρης, Femerling και Inaki De Miguel (μαζί με τον Juan Morales οι μοναδικοί Ισπανοί που αγωνίστηκαν ποτέ στο μπασκετικό μας τμήμα). Στην αρχή της σεζόν ελάχιστοι υπολόγιζαν εκείνη την ομάδα, όμως ο Ολυμπιακός τρύπησε το ταβάνι του, ειδικά στην Euroleague, όπου έφτασε μια ανάσα από το θαύμα της πρόκρισης στο Final Four της Μπολόνια το 2002. Η ομάδα ξεκίνησε στην Ευρώπη με ρεκόρ 10-4 στην κανονική διάρκεια κατακτώντας την 3η θέση σε έναν δύσκολο όμιλο, παίρνοντας έτσι την πρόκριση για τον δεύτερο γύρο. O Ford μέχρι εκείνη τη στιγμή έπαιζε με status πραγματικού superstar, σκοράροντας κατά ριπάς (24.5 pts – 2PT 52% – 3PT 48%), ενώ πολύτιμες βοήθειες στο σκοράρισμα έδιναν oi Forrest (13.5π) και Risacher (12π). Η ομάδα αγωνίστηκε στον δεύτερο γύρο σε όμιλο με τους Παναθηναϊκό, ΑΕΚ και Olimpija Ljubljana και εκείνη την εποχή ο 1ος του ομίλου έπαιρνε την απευθείας πρόκριση για το Final Four. Η ομάδα μας έχασε την ευκαιρία να αγγίξει μια επική πρόκριση στο Final Four, στο καταραμένο παιχνίδι του ΣΕΦ απέναντι στην Olimpija, η οποία δεν έκανε άλλη νίκη στον όμιλο! Το παιχνίδι κρίθηκε στην παράταση, με τον Beno Udrih να κάνει το παιχνίδι της ζωής του σκοράροντας 29 πόντους! Ο Παναθηναϊκός εκμεταλλεύτηκε το στραβοπάτημά μας και προκρίθηκε στο Final Four, κατακτώντας εν τέλει το τρόπαιο. Στην Ελλάδα κατακτήσαμε το Κύπελλο εκείνη τη χρονιά, χάσαμε όμως την ευκαιρία να κάνουμε το double καθώς αφού ενώ αρχικά αποκλείσαμε τον Παναθηναϊκό στους ημιτελικούς, δεν καταφέραμε να κερδίσουμε στον τελικό την ΑΕΚ, η οποία δυστυχώς επικράτησε με 3-2 αν και η ομάδα μας προηγήθηκε με 2-0!. Εκείνη η σεζόν χαρακτηρίστηκε από την απόλυτη κυριαρχία του Alphonso Ford, ενός πραγματικά σπουδαίου σκόρερ ο οποίος οδήγησε, ένα μάλλον μέτριο σύνολο, πάρα πολύ κοντά σε σπουδαίες διακρίσεις. RIP τεράστιε!

 

2) Lynn Greer

Ο Greer υπήρξε ένα από τα πιο προικισμένα scoring guards που αγωνίστηκαν στο μπασκετικό μας τμήμα, στη σύγχρονη ιστορία του. Επιλογή του Gershon το 2007, ο Greer αγωνίστηκε στον Ολυμπιακό για 2 χρόνια και ήταν βασικός συντελεστής της ομάδας που έφτασε στο Final Four του 2009, μετά από 10 χρόνια! Την πρώτη του σεζόν αγωνιζόταν σχεδόν 31 λεπτά κατά μέσο όρο, σκοράροντας 16.5 pts, μοιράζοντας 3.5 asts και εκτελώντας συνολικά με τρομερά ποσοστά (50-38-93). Οι περισσότεροι φυσικά θα θυμούνται το εκπληκτικό buzzer beater με προσποίηση και σπάσιμο μέσης στον αέρα πάνω στην άμυνα του Νίκου Ζήση, με το οποίο σπάσαμε την έδρα της CSKA στα play-offs, αλλά δυστυχώς δεν καταφέραμε να πάρουμε τη μεγάλη πρόκριση. Την επόμενη σεζόν (12 pts – 1.6 asts – 47-43-86), ο Greer αγωνίστηκε ως βασικός SG σε ένα πλούσιο ρόστερ, στο οποίο προστέθηκαν οι Παπαλουκάς, Chlidress, Vujcic, με το οποίο φτάσαμε στο Final Four. Μας στοίχισε η διστακτικότητά του στην τελευταία φάση του ημιτελικού απέναντι στον Παναθηναϊκό το 2009. Σήκω και τελείωσέ τους ρε Greer!

 

1) Βασίλης Σπανούλης

Ο απόλυτος ηγέτης, το τοτέμ, ο Θεός, ο ήρωας των πληγωμένων μπασκετόγαυρων που περίμεναν υπομονετικά την επιστροφή της ομάδας στην ελίτ και στην κατάκτηση ενός ευρωπαϊκού τροπαίου μετά το 1997. Ο Σπανούλης αγωνίζεται ακόμη οπότε δε θα μακρυγορήσουμε, καθώς όταν σταματήσει το μπάσκετ θα του αφιερώσουμε δεκάδες κείμενα. Απλά θα πω ότι θεωρώ τον Σπανούλη ότι πιο dominant έχω δει στο ευρωπαϊκό μπάσκετ σε ατομικό επίπεδο, μαζί με τους Bodiroga και Anthony Parker. Υπήρξαν πολλοί παιχταράδες όλα αυτά τα χρόνια στη Euroleague, όμως κανένας δεν κατάφερε να δώσει την ορμή που έδωσε ο Σπανούλης στα μέτρια (σε σχέση με τον ανταγωνισμό) ρόστερ στα οποία συμμετείχε ως μέλος του Ολυμπιακού. Αν δούμε τι πέτυχε ο Ολυμπιακός τη δεκαετία 2011-2020 (4 Final Four – 2 τρόπαια), με ποιους το πέτυχε και με τι budget και αν αναλογιστούμε τον ρόλο του απόλυτου ηγέτη που είχε ο Kill Bill στα προαναφερθέντα, νομίζω θα συμφωνήσουμε ότι υπήρξαμε μάρτυρες πρωτοφανών καταστάσεων. Δεν έχει νόημα να αναφέρουμε στατιστικά του όταν έπαιξε σε εμάς, οι διακρίσεις του τα λένε όλα. Απλά ELITE!

Στον ακόλουθο πίνακα μπορείτε να βρείτε αναλυτικά τους παίκτες και τις επιδόσεις τους ανα κατηγορία:

<ΜΕΓΕΘΥΝΣΗ>

0 0 votes
Article Rating
Subscribe
Notify of
guest

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments
Next Post

RPG Radar: Tyrique Jones Scouting Report

Καλό καλοκαίρι σε όλους! Μετά τη βόλτα σε μακρινά και «εξωτικά» μπασκετικά […]

Subscribe US Now

0
Would love your thoughts, please comment.x
()
x
%d