Αν υπάρχει κάποιο κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα στις εκφράσεις επιβράβευσης, συμπαράστασης, κριτικής η δημόσιας διαπόμπευσης στο μυαλό του μέσου Έλληνα οπαδού είναι η πεποίθηση πως “πάνω από όλα είναι η ομάδα του” – όμως ισχύει αυτό η τουλάχιστον έτσι νομίζει? Ταυτόχρονα όταν κάτι δεν πάει καλά στα αγωνιστικά δρώμενα ο ίδιος ιδιότυπος τρόπος σκέψης συνήθως ορίζει πως φταίει ένας η μονάδα. Συνήθως αυτή η μονάδα είναι ο προπονητής, ο παίκτης, ο πρόεδρος της ομάδας του η ακόμα καλύτερα κάποιος εξωγενής / εξ αγωνιστικός παράγοντας (π.χ. ο κακός αντίπαλος πρόεδρος που ελέγχει το σύστημα, ο διαιτητής, η πολιτική ηγεσία) – το θέμα δεν είναι τόσο ο ρόλος όσο η ουσία που είναι – πως πρέπει να στοχοποιηθεί ΕΝΑΣ. Όταν δε αγωνιστικά πάνε όλα καλά τότε πάλι εξιδανικεύονται άτομα / μονάδες και η έννοια ομάδα περνάει σε 2η μοίρα ή ακόμα και στο παρασκήνιο.
Πόσες φορές έχουμε δει προπονητές και παίκτες να γιγαντώνονται ή να καταστρέφονται λόγω της πίεσης / ανάδειξης που τους ασκούν / προσφέρουν οι οπαδοί των ομάδων τους και τα ΜΜΕ και οι ίδιοι δεν μπορούν να διαχειριστούν – πολλές. Πόσες φορές έχουμε δει κάτι αντίστοιχο να γίνεται με ομάδες – ελάχιστες. Για κάποιο λόγο που σίγουρα σχετίζεται με την ιδιοσυγκρασία μας ως λαός – λατρεύουμε και μισούμε με τον ίδιο τρόπο ορίζοντας το αντικείμενο του μίσους η της λατρείας μας σε ένα πρόσωπο μια προσωπικότητα. Το πόσο λογικό είναι αυτό η όχι και ποια είναι τα αίτια του – χρήζει επιστημονικής έρευνας και δεν είναι της παρούσης. Το σίγουρο είναι πως στην χώρα μας απουσιάζει η αθλητική κουλτούρα (ως αποτέλεσμα της γενικότερης έλλειψης παιδείας) και η ανάδειξη της ομαδικής προσπάθειας αλλά και η προσήλωση του οπαδού / θεατή είναι κυρίως στην ατομική επίδοση (θετική ή αρνητική) – και φυσικά στην νίκη. Εάν η ομάδα κερδίζει οφείλεται στον μάγκα πρόεδρο, προπονητή και τον Χ παιχταρά και αν χάνει το ίδιο από την ανάποδη.
Αυτή η νοοτροπία μπορεί να οφείλεται στο ότι κανείς δεν προσπάθησε να μας διδάξει τα οφέλη από την επίτευξη ενός οποιουδήποτε στόχου μέσα από μια διαδικασία ανταγωνισμού στην οποία συμμετέχουν, προσφέρουν και λαμβάνουν όλοι ακόμα και στην ήττα. Πολύ περισσότερο επειδή ως κοινωνία δεν αναγνωρίζουμε την αξία της διαδικασίας ούτε την σημασία των διαδοχικών βημάτων που απαιτούνται για να κάνουμε το οτιδήποτε. Στην κοινή συνείδηση υπάρχει η εξής εικόνα Αφετηρία – Τερματισμός & Νίκη όλα τα υπόλοιπα θα εξηγηθούν απολογιστικά μετά – μέσα από στερεότυπα που έχουν αναπαραχθεί συνήθως από ΜΜΕ και ανθρώπους που δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο όσο με το να δημιουργούν πάθη και κατά συνέπεια εμπορική εκμετάλλευση μέσω αυτών. Και μπορεί σε κάποια ομαδικά σπορ αυτό να είναι πιο εύπεπτο στην λογική του οπαδού – παρότι ούτε εκεί είναι σωστό (π.χ. στο ποδόσφαιρό που πολλά κρίνονται από μια ενέργεια ένα γκολ, ένα πέναλτι, μια κόκκινη κάρτα, ανούσιες καθυστερήσεις και προσποιούμενους τραυματισμούς) αλλά στο μπάσκετ που υπάρχουν πολλές επιτυχημένες η αποτυχημένες προσπάθειες το να προσπαθείς να εξηγήσεις τι έγινε με αποσπασματική περιγραφή μια οποιαδήποτε φάσης, απόδοσης ενός παίκτη ή προπονητή στη διάρκεια ενός αγώνα – χωρίς να αντιλαμβάνεσαι την σημασία της διαδικασίας για να φτάσεις μέχρι το όποιο αποτέλεσμα – είναι απλά ανούσιο και συχνά παραπλανητικό.
Γράφοντας αυτό το κείμενο λίγη ώρα πριν το παιχνίδι με την Μακαμπί στο ΣΕΦ νιώθω πως η φετινή διαδικασία και η πορεία του φετινού project κρέμεται σε μια λεπτή κλωστή. Τι εννοώ – ο τρόπος με τον οποίο έχει δομηθεί η φετινή ομάδα στήριξε πολλά α) στην ομοιογένεια β) την ηγετική ικανότητα των Σπανούλη, Πρίντεζη την γ) αθλητικότητα των Μπιρτς & Γιανγκ δ) την επιθετική ικανότητα των Λοτζέσκι & Γκριν από την περιφέρεια και τέλος ε) την προοπτική εξέλιξης των Παπαπέτρου & Αγραβάνη. Κάπου μέσα σε όλα αυτά προσθέσαμε και το περιβόητο δόγμα Σφαιρόπουλου – πως όλα ξεκινάνε από την άμυνα. Και εδώ είναι που αρχίζει να γίνεται και το ζήτημα περισσότερο ενδιαφέρον. Που ακριβώς βρισκόμαστε σε σχέση με την διαδικασία εξέλιξης της ομάδας και τα 5 σημεία που ανέφερα προηγουμένως? Και ποια είναι η προοπτική της ομάδας με βάση τα όσα έχουμε δει μέχρι σήμερα? Θα προσπαθήσω να αναλύσω την σκέψη μου στα επόμενα κείμενα μου στο μπλογκ.
Προς το παρόν και επειδή το συγκεκριμένο ζήτημα ίσως να χαθεί στον απόηχο μιας ακόμα νίκης (όπως θέλω να ελπίζω σήμερα) θα αναφερθώ στην περιφερειακή μας άμυνα ειδικά στο 3π. – που για κάποιο λόγο επέτρεψε στους 16 από τους τελευταίους 22 αγώνες μας στην Ευρωλίγκα (73%) στον αντίπαλο μας να σουτάρει με υψηλότερα ποσοστά ευστοχίας στο τρίποντο από τον μέσο όρο του. Ενδεικτικά ακολουθούν οι πίνακες Α (ΤΟΠ16 2016) & Β (Κανονική περίοδος 2017) Γ (Λιστα Αγώνων).
ΠΙΝΑΚΑΣ Α
ΠΙΝΑΚΑΣ Β
Όποιος κάνει τον κόπο να διαβάσει τους πίνακες θα διαπιστώσει πως το πρόβλημα εξαφανίζεται κυρίως εντός έδρας (5/6 αγώνες που δεν σούταρε ο αντίπαλος πάνω από τον μ.ο. του ήταν στο ΣΕΦ) – ίσως να βοηθάει η έδρα και ο κόσμος – όταν δεν ασχολείται με τις ερωτικές επιλογές των αντιπάλων και τις οικογένειες τους.
ΠΙΝΑΚΑΣ Γ
Αν το συνδυάσουμε αυτό με το γεγονός πως φέτος μαζεύουμε περισσότερα αμυντικά rebound (26.4 μ.ο. ανά παιχνίδι) απόδοση ρεκόρ στα τελευταία 24 χρόνια συμμετοχής της ομάδας στην Ευρώπη.
Πίνακας Δ
Σημαίνει αυτό πως υπάρχει αδυναμία να ακολουθήσουμε τις αντίπαλες περιφέρειες ή στόχευση να δώσουμε στο αντίπαλο το τρίποντο αλλά να μαζέψουμε το αμυντικό rebound για να τρέξουμε στο transition ή απλά συμβαίνει γιατί δίνουμε βοήθεια στο ποστ και καταλήγουμε να κυνηγάμε τελευταία στιγμή το ελεύθερο τρίποντο μετά την έξτρα πάσα – σημείο αναφοράς πολλών ομάδων και των τελευταίων ετών. Ότι και να είναι κάποια στιγμή θα πρέπει να το αναλύσει, και να το διορθώσει το τεχνικό τιμ γιατί μοιάζει η αχίλλειος πτέρνα της ομάδας για φέτος – πολύ μεγαλύτερη και από την προφανή έλλειψη (ποιοτικά) στη θέση 5.
Με το ενδιαφέρον λοιπόν να στρέφεται σε λίγα λεπτά στο ΣΕΦ σας αφήνω για να πάρω θέση μπροστά στην Euroleague TV και ελπίζω οι όποιες παρατηρήσεις μου – απλά να είναι something in my mind …