Μέρος 2ο στο RPG Radar και αυτή τη φορά ταξιδεύουμε πιο κοντά στα μέρη μας, και συγκεκριμένα στην Τουρκία και στην BSL.
Πρόκειται για ένα πρωτάθλημα, που ενώ έχει επηρεαστεί από πέρυσι σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική ύφεση η οποία πλήττει τη γείτονα χώρα, (αρκετές ομάδες εμφανίζουν προβλήματα ρευστότητας), ωστόσο δεν παύει να αποτελεί μια μεγάλη δεξαμενή, με αρκετές ενδιαφέρουσες επιλογές παικτών.
Πιστοί στο πνεύμα που κινηθήκαμε στο εναρκτήριο κείμενο, θα “σκανάρουμε” περιπτώσεις, που αφενός έχουν potential και «χτίζουν» ακόμα την καριέρα τους, αφετέρου διαθέτουν χαρακτηριστικά, τα οποία φαίνεται ότι επιζητά η ομάδα μας στην … εποχή Μπαρτζώκα! Συνεπώς, δε θα εστιάσουμε σε παίκτες οι οποίοι, ναι μεν κάνουν καλή χρονιά αλλά, “τρακάρουν” με κάποιους από το ρόστερ, που λογικά θα έχουν θέση και σε αυτό της επόμενης σεζόν (π.χ. Mathiang vs Ellis). Αντίθετα, θα επικεντρωθούμε σε περιπτώσεις που θεωρούμε ότι μπορούν να προσφέρουν στοιχεία, τα οποία έλειψαν φέτος (βλ. σταθερό μακρινό σουτ και προσωπική φάση από το 3, αθλητικότητα στο 4), αλλά και να λειτουργήσουν ως ποιοτικές λύσεις στη θέση όσων πιθανόν αποχωρήσουν το καλοκαίρι (Milutinov).
Υπό αυτό το πρίσμα, και έχοντας παρακολουθήσει αρκετές τουρκικές ομάδες στο Eurocup και το BCL, επέλεξα την προηγούμενη Κυριακή, να δω τον αγώνα ανάμεσα σε Darussafaka και Galatasaray για την BSL. Το σκεπτικό προφανές, καθώς αμφότερες διαθέτουν μια πλειάδα παικτών, οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια που προαναφέραμε (βλ. Bonzie Colson, Jarrod Jones, Johnny Hamilton από τη μία και Aaron Harrison, Alex Poythress και Zach Auguste από την άλλη).
Με πλήρη εικόνα για όλους αυτούς από προηγούμενες αναμετρήσεις των δύο ομάδων, και συνυπολογίζοντας την απόδοση στο μεταξύ τους παιχνίδι, κατέληξα σε δύο, που βρίσκονταν στο μικροσκόπιο μου καθόλη τη διάρκεια της σεζόν (Harrison και Hamilton).
Στον αντίποδα, φρονώ ότι οι υπόλοιποι 4, είτε δε διαθέτουν το πλήρες πακέτο που ζητάει η ομάδα, όπως φαίνεται ότι πάει να δομηθεί σε 3&D πρότυπα, είτε τα χαρακτηριστικά τους είναι διαφορετικά με όσων αναμένεται να αντικαταστήσουν.
Και αν έχετε απορίες, θα σας τις λύσω άμεσα… Για τον Poythress, παρά το γεγονός ότι είναι ένας elite αθλητής και δυνατός ψηλός (ύψος 205cm / wingspan 215cm), η εκτίμηση μου είναι ότι δεν είναι ο καθαρός center, αντί-Milutinov (εκτός και αν ο Μπαρτζώκας έχει κάτι άλλο κατά νου), ενώ παράλληλα του λείπουν κάποια στοιχεία για να καλύψει με απόλυτη επιτυχία στο επίπεδο της Euroleague, είτε τη θέση 4 (range στο σουτ), είτε τη θέση 5 (μέγεθος, post game). Σίγουρα, πρόκειται για μια εξαιρετική περίπτωση tweener, ο οποίος ταιριάζει σε σχήματα με αρκετούς από όσους βρίσκονται ήδη στο ρόστερ, αλλά και με κάποιους που πιθανό να δούμε τη νέα σεζόν (Happ), ωστόσο αυτοί οι παράγοντες δρουν ανασταλτικά στο να χαρακτηριστεί το ιδανικότερο fit στη front line των ερυθρόλευκων. Πάντως το physical profile του δεν μπορεί να αφήσει αδιάφορη μια ομάδα σαν τον Ολυμπιακό, που θέλει μούσκουλα μέσα στη ρακέτα, οπότε θα παραμείνει στο radar μας μελλοντικά, καθώς θα μπορούσε να εξελιχθεί σε Dunston για τη θέση 5.
Με την ίδια λογική ο μεν Auguste, παρά το ελληνικό διαβατήριο το οποίο θα τον κατέτασσε σε must buy επιλογή ειδικότερα στο ενδεχόμενο συμμετοχής ξανά στην Basket League και τη βελτίωση σε πολλούς τομείς του παιχνιδιού του την τελευταία διετία, παραμένει τακτικά άγουρος και κουβαλάει ίδια “κουσούρια” με το παρελθόν (σε κάποιο σημείο του αγώνα είχε 1/4 βολές, εκ των οποίων δύο airball), και ο δε Jarrod Jones, ενώ είναι αθλητικό stretch 4άρι με καλό μακρινό σουτ που μπορεί να παίξει με άνεση με πρόσωπο στο καλάθι, έχει αδυναμίες στο post αμυντικά και διατηρώ αμφιβολίες αν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στο ρόλο ενός dominant PF στην Euroleague.
Τέλος, όσον αφορά τον Colson, παρά το πολύ καλό κολεγιακό του όνομα και το 2-way profile του, θεωρώ ότι πρέπει να δοκιμαστεί άλλη μια σεζόν στο χαμηλότερο επίπεδο, πριν κάνει το step up, για να διαπιστωθούν σε βάθος χρόνου στοιχεία όπως το consistency στο σουτ, καθώς και η τακτική / πνευματική του ετοιμότητα…
Αρκετά όμως με την εισαγωγή, ας προχωρήσουμε στη συνέχεια στην ανάλυση των παικτών (Harrison και Hamilton), που για άλλη μια φορά άφησαν θετικές εντυπώσεις και δείχνουν ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν δύο αξιόπιστες λύσεις στις θέσεις των Paul και Milutinov, τηρουμένων πάντα των αναλογιών, καθώς και ενός point guard ο οποίος αγωνίζεται φέτος στην Turk Telecom. Μιλάω για τον Nick Johnson που, εφόσον στο πλάνο του προπονητή βρίσκεται η ύπαρξη ενός facilitator point guard (αντί του Baldwin) με αθλητικό profile και slashing abilities (αλλά ταυτόχρονα καλύτερη αντίληψη του παιχνιδιού και court vision), θα μπορούσε να έχει ρόλο στο ρόστερ, πλαισιωμένος φυσικά με sharpshooters στις υπόλοιπες θέσεις!
NICK JOHNSON: USA, (27y, 191cm) | Point Guard |
(Europe NBA Stats G-League Stats College Stats)
Ξεκινάμε αντίστροφα, με τον αθλητικό point guard, ο οποίος στα μάτια μου μοιάζει με μια βελτιωμένη έκδοση του Baldwin, όσον αφορά τη δημιουργία και το διάβασμα του παιχνιδιού, με παρόμοια 2-way χαρακτηριστικά και λίγο πιο “φτωχά” αθλητικά προσόντα, αλλά την ίδια αδυναμία στο μακρινό σουτ, η οποία περιορίζει σε ένα βαθμό το συνολικό skillset του.
Να αρχίσουμε με ένα σύντομο (λέμε τώρα) ιστορικό στην καριέρα του, αναφέροντας ότι είναι ανιψιός του θρύλου των Boston Celtics στη δεκαετία των 80ς, Dennis Johnson, οπότε λογικά η ενασχόληση του με το μπάσκετ δεν προκαλεί έκπληξη! Αποφοιτώντας από το γυμνάσιο, το 2011, θα είχε την ευκαιρία να συμμετάσχει σε ένα από τα top κολεγιακά προγράμματα, αυτό της Arizona, που ωστόσο βρισκόταν σε μεταβατική φάση. Ας ανοίξουμε σε αυτό το σημείο μια παρένθεση.
Μετά την πολυετή θητεία του προπονητή, σύμβολο των Wildcats, Lute Olson, ο οποίος είχε οδηγήσει το κολλέγιο στην κορυφή του NCAA το 1997 απέναντι στο Kentucky του Rick Pitino (τελευταία σεζόν προτού αποχωρήσει για τους Celtics), η Arizona ήταν αναγκασμένη, στα τέλη των 00ς, να μάθει να ζει χωρίς αυτόν. Ο άνθρωπος που θα έφερνε ξανά την …άνοιξη στο πρόγραμμα, οδηγώντας το στο Elite 8 το 2010, ήταν ο Sean Miller, που μέχρι σήμερα βρίσκεται στον πάγκο του κολλεγίου. Κάπου εκεί μπαίνει στην ιστορία μας ο Nick Johnson ο οποίος το 2011, ως freshman χάρη στο πολυσύνθετο παιχνίδι του, θα αποτελούσε βασικό όπλο στη φαρέτρα του Miller, στο χτίσιμο ενός αξιόμαχου συνόλου τα επόμενα χρόνια! Η τριετής παρουσία του αθλητικού guard στην Arizona ήταν επιτυχημένη, αναγκάζοντας μάλιστα αργότερα τον πρώην προπονητή του, να τον επιλέξει στην καλύτερη 5άδα παικτών όλων των εποχών, που είχε ο ίδιος στους Wildcats!
https://zonazealots.com/2017/02/27/arizona-basketball-sean-millers-time-fab-five/
Να κλείσουμε την παρένθεση, σημειώνοντας ότι στην τριετή θητεία του στο κολλέγιο, ο Nick Johnson ήταν ο ορισμός του guard, που συμμετείχε σε όλους τους τομείς του παιχνιδιού, όπως φανερώνουν τα στατιστικά του (12.3 πόντοι, 3.7 rebounds, 2.8 assists, 1.3 κλεψίματα, 0.6 κοψίματα και 1.8 λάθη). Ωστόσο τον συνόδευε παράλληλα η φήμη ότι, ενώ μπορούσε να κάνει ικανοποιητικά τόσα πράγματα στο παρκέ, δεν είχε τελειοποιήσει κάποιο κομμάτι, στηριζόμενος κυρίως στα αθλητικά του προσόντα. Και φανταστείτε ότι εκείνη την περίοδο είχε υψηλά ποσοστά στα σουτ, σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν (45.9% στα δίποντα και 35.9% στα τρίποντα), με μοναδική εξαίρεση τις ελεύθερες βολές (73.4%), όπου σταδιακά στην επαγγελματική του καριέρα βελτιώθηκε.
Η συνέχεια λοιπόν, λαμβάνοντας υπόψιν αυτά τα στοιχεία και το γεγονός ότι ο Johnson δε δούλεψε τόσο στο μακρινό σουτ, δε δικαίωσε τις προσδοκίες. Κλασικό παράδειγμα guard, ο οποίος ακροβατούσε ανάμεσα στο 1 και στο 2, έκανε skip την τελευταία χρονιά στο NCAA, επιλέγοντας το δρόμο της πρόωρης συμμετοχής στο draft. Παρόλα αυτά, στηριζόμενος στο καλό του όνομα και το αθλητικό / φυσικό του profile, επιλέχθηκε στο νο 42 του draft του 2014 από τους Houston Rockets, όπου μάλιστα θα έβρισκε στο ρόστερ τους Joey Dorsey και Κώστα Παπανικολάου! Πριν προχωρήσουμε, μπορείτε να διαβάσετε τι γραφόταν εκείνη την εποχή στις ΗΠΑ για τον Johnson εδώ:
https://orlandomagicdaily.com/2014/06/02/draft-profile-nick-johnson/
Τη rookie χρονιά αγωνίστηκε ελάχιστα στο ΝΒΑ, περνώντας τον περισσότερο χρόνο στη θυγατρική των Rockets, στην τότε Development League, τους Rio Grande Valley Vipers. Το highlight του με τη φανέλα του Houston, εκτός από κάποια θεαματικά καρφώματα και μπλοκ, ήταν το νικητήριο καλάθι, που πέτυχε στο φινάλε του αγώνα με τους Timberwolves.
Από την off season φάνηκε ότι δε συμπεριλαμβανόταν πια στα πλάνα του McHale, ο οποίος είχε σοβαρότερα προβλήματα να λύσει (λίγο αργότερο απολύθηκε) και έτσι στα πλαίσια ενός mega deal μετακινήθηκε, παρέα με τον Παπανικολάου, στους Nuggets, μένοντας ωστόσο άμεσα ελεύθερος…
Καμία ομάδα του ΝΒΑ δεν του έδειξε εμπιστοσύνη, καθώς η έλλειψη σταθερού μακρινού σουτ έβαζε “ταβάνι” στις φιλοδοξίες του για να σταδιοδρομήσει ως guard στο υψηλότερο επίπεδο. Κάπως έτσι, αναγκάστηκε να αγωνιστεί ξανά στο Αναπτυξιακό Πρωτάθλημα των ΗΠΑ, με μια ομάδα με την οποία αργότερα έμελλε να “γράψει” τη σημαντικότερη στιγμή της καριέρας του!
Αφού λοιπόν τελείωσε τη σεζόν 2015 – 16 με τους Austin Spurs, την επόμενη χρονιά πήρε την απόφαση να μετακομίσει στην Ευρώπη, για λογαριασμό της Bayern. Παρά την καλή ατομική χρονιά που είχε, οι Βαυαροί δεν κατάφεραν να επιστρέψουν στο δρόμο των επιτυχιών και έτσι μοιραία, το 2017, επέστρεψε στην G League, αφού πρώτα δεν κατάφερε να κερδίσει ένα μόνιμο συμβόλαιο με το San Antonio.
Η περίοδος 2017 – 18, έστω και αν μιλάμε για το επίπεδο της G League, ήταν μια αποκάλυψη για τον Johnson, ο οποίος πέραν των πολύ καλών εμφανίσεων του και της ανάδειξης του ως MVP των τελικών, οδήγησε τους Austin Spurs στην κατάκτηση του τίτλου απέναντι στους Raptors 905, που είχαν για ηγέτη τον … Lorenzo Brown!
Παρά το γεγονός ότι και την επόμενη χρονιά ξεκίνησε στην G League με το Austin, παίρνοντας αργότερα μεταγραφή για τους Wisconsin Herd, φάνηκε ότι ήθελε μια νέα πρόκληση στην καριέρα του. Έτσι επέλεξε το δρόμο της Ευρώπης, κλείνοντας την περσινή σεζόν με τη Nanterre στην LNB, με την οποία έφθασε μέχρι τα ημιτελικά των Ρ/Ο (“σκουπίστηκε” από τη μετέπειτα πρωταθλήτρια Villeurbanne).
Από φέτος το καλοκαίρι αγωνίζεται στην Τουρκία με την Turk Telecom, όπου συνθέτει ένα επιτυχημένο δίδυμο στην περιφέρεια με τον TJ Campbell. Η ομάδα της Άγκυρας είναι πολύ φιλόδοξη όπως φαίνεται από το γεγονός ότι στον ημιτελικό Κυπέλλου έφθασε στα όριά της την Fenerbache, προτού ηττηθεί με 81 – 83. Πλέον το μεγάλο στοίχημα για τον ίδιο και την ΤΤ, είναι η συμμετοχή στο final 4 του Champions League.
Ας δούμε όμως αναλυτικά τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το παιχνίδι του Johnson και πως μπορούν αυτά να μεταφραστούν σε ένα 3&D σύνολο, που λογικά έχει στο μυαλό του ο coach B!
Ξεκινώντας από το αθλητικό / φυσικό πακέτο του Johnson, να πούμε καταρχήν ότι έχει πάρει τα γονίδια από τον πατέρα του Joey Johnson (αδελφός του Dennis), ο οποίος έπαιξε κολεγιακό μπάσκετ με επιτυχία, χωρίς ωστόσο να σταδιοδρομήσει επαγγελματικά.
https://www.espn.com/high-school/boys-basketball/story/_/id/7943238/father-son
Το vertical jump του πατέρα Johnson είχε μετρηθεί στις 52”, δηλαδή 130cm! Ο αντίστοιχος αριθμός για τον υιό Johnson, στις pre draft μετρήσεις του 2014 ήταν 41,5” (104 cm), ενώ το 2013 είχε ξεπεράσει και τον “πολύ” Aaron Gordon, με ανεπίσημο vertical jump 47” (118 cm)! Σύμφωνα με την τελευταία επίσημη μέτρηση το καλοκαίρι του 2018, στα πλαίσια του NBA Scouting Combine, το νούμερο είχε πέσει περίπου στα 98 cm (39,5”), παραμένοντας ωστόσο εντυπωσιακό! Ο Johnson λοιπόν, είναι ένας εκρηκτικός point guard, με ύψος 191cm και βάρος γύρω στα 91 κιλά. Έχει αρκετά δυνατό κορμό, ο οποίος τον βοηθάει να μαρκάρει τους αντιπάλους του σε καταστάσεις post, ενώ παρά το γεγονός ότι το wingspan του είναι κοντά στο μέσο όρο για το ύψος του (2 μέτρα), αυτό δεν τον εμποδίζει να είναι αποτελεσματικός «κλέφτης». Με την πάροδο των ετών, σίγουρα έχει χάσει ένα μέρος από την αθλητικότητά του, ωστόσο εξακολουθεί να είναι ταχύς, έχοντας τη δυνατότητα να τρέξει στο ανοιχτό γήπεδο.
Σε αντίθεση με τον Baldwin, είναι σαφώς πιο έτοιμος και ώριμος στο πνευματικό κομμάτι, όπως έχει δείξει στο πέρασμα του από την Bayern, όπου ανταποκρίθηκε ικανοποιητικά στα ανταγωνιστικά παιχνίδια του Eurocup (η βαυαρική ομάδα αποκλείστηκε στα προημιτελικά από τη μετέπειτα τροπαιούχο Unicaja Malaga το 2017) έχοντας κατά μ.ο. 10.5 πόντους (83.3% στις βολές, 44.3% στα δίποντα και το “φτωχό” 26.4% στα τρίποντα), 3.1 rebounds, 3 assists, 0.9 κλεψίματα, αλλά και 2.7 λάθη (rookie season effect).
Ωστόσο, εκεί που έδειξε τα ηγετικά του προσόντα ήταν στη σειρά των τελικών της G League το 2018, όπου παρέα με άλλους δύο γνώριμους μας από τα ευρωπαϊκά γήπεδα, τον Hilliard και τον Hanlan, οδήγησε το Austin στην κατάκτηση του τροπαίου απέναντι στο φαβορί από το Toronto, με παίκτες στη σύνθεση του όπως ο Lorenzo Brown, ο Alfonzo McKinnie και ο Bruno Caboclo.
Παρόλο που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί floor general, τα ένστικτα του στη δημιουργία κρίνονται decent, τουλάχιστον για το επίπεδο της Euroleague, ενώ και η τριετής παρουσία του στα ευρωπαϊκά παρκέ, τον έχει βοηθήσει σημαντικά στο καλύτερο διάβασμα των φάσεων. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι ήδη φέτος. Σε 15 αγώνες για το BCL, έχει βελτιώσει το δείκτη assist / turnover (3.3 τελικές πάσες για 2.1 λάθη), ενώ το ίδιο ισχύει και στο Τουρκικό πρωτάθλημα (4.75 assists για 2.79 λάθη).
https://www.tbf.org.tr/ligler/bsl-2019-2020/basketbolcu-detay/472971
Θεωρείται μετρ στο drive and kick, και τον βλέπουμε πολλές φορές να τελειώνει τη διείσδυση του με πάσα σε ακροβολισμένους συμπαίκτες του στο τρίποντο, ενώ με επιτυχία μπορεί να “τρέξει” και συνεργασίες pick n’ roll. Χωρίς να είναι εξαιρετικός χειριστής (κάτι που όπως συζητήσαμε σε παλαιότερο podcast, ίσως να αποτελεί απαραίτητη συνθήκη για την περιφέρεια του νέου Ολυμπιακού) είναι σε θέση να κατεβάζει, με σχετική ασφάλεια, την μπάλα σε σετ καταστάσεις. Γενικά δεν είναι ο παίκτης ο οποίος στηρίζεται τόσο στην ντρίπλα όταν κάνει drive, αλλά πιο πολύ στην έκρηξη και στην ταχύτητα του, εφόσον βρει ανοιχτό διάδρομο. Επίσης, θα τον δούμε σε αρκετές περιπτώσεις να δοκιμάζει σουτ μετά από ντρίπλα (ακόμα και με side step). Μιλώντας για το επιθετικό κομμάτι, να αναφέρουμε ότι πρόκειται για guard που θα εκτελέσει κυρίως με drive ή pull up jumpers, καθώς το spot shooting του είναι κάτω του μετρίου, ειδικά από μακρινή απόσταση και σε catch and shoot καταστάσεις, παρόλο που τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται βελτιωμένο.
Να αναφέρουμε σε αυτό το σημείο, ότι το ποσοστό του έξω από τη γραμμή των 6.75μ στο BCL είναι ικανοποιητικό (περίπου 40%), σε λίγες προσπάθειες όμως (1.5 ανά αγώνα). Αντίθετα στην BSL, όπου επιχειρεί περισσότερα σουτ τριών πόντων, το ποσοστό του είναι κάτω από 30%. Όπως είπαμε, του αρέσει, αν βρει διάδρομο, να φθάνει μέχρι το καλάθι, επιβεβαιώνοντας το χαρακτηρισμό του slasher, ενώ το καλό, πλέον, ποσοστό στις βολές τον βοηθάει να αξιοποιεί τα κερδισμένα φάουλ. Επίσης μπορεί να αξιοποιήσει το ύψος του απέναντι σε κοντύτερους αντιπάλους στο post, εκμεταλλευόμενος τα miss match.
Συνεπώς, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο Johnson είναι ένας point guard, με limited παιχνίδι επιθετικά όσον αφορά την εκτέλεση, ο οποίος στηρίζεται πιο πολύ στα αθλητικά προσόντα και λιγότερο στο σουτ, που πάντως υπάρχει στο ρεπερτόριο του. Το αγαπημένο του στυλ παιχνιδιού είναι το transition, ωστόσο μπορεί να ανταπεξέλθει επαρκώς και σε slow tempo. Το μεγάλο του ατού, είναι το 2-way profile του, καθώς μιλάμε για έναν παίκτη ο οποίος από τα κολεγιακά του χρόνια έδειχνε έφεση και στην άμυνα. Μπορεί να λειτουργήσει, ωςένα βαθμό, ως ο defensive stopper που λείπει από την ομάδα τα τελευταία χρόνια, καθώς είναι καλός τόσο στην προσωπική άμυνα, ασκώντας πίεση στον αντίπαλο, όσο και στις βοήθειες.
Βγάζει ενέργεια στα μετόπισθεν, όντας ένας hustle περιφερειακός παίκτης, ο οποίος μέσα από τα κλεψίματα και τα deflections επιζητά να οδηγήσει την ομάδα του στον αιφνιδιασμό. Χαμηλώνει το σώμα του ενώ χρησιμοποιεί και τα χέρια του, σε πολλές περιπτώσεις για να περιορίσει το οπτικό πεδίο των αντιπάλων. Ωστόσο, παρά το καλό footwork του γενικά, τα πλάγια βήματα του απέχουν από το να χαρακτηριστούν ιδανικά, με αποτέλεσμα να αδυνατεί, ορισμένες φορές, να ακολουθήσει ταχείς αντιπάλους. Ένα άλλο αρνητικό σημείο στην άμυνα είναι ότι δεν απελευθερώνεται εύκολα από τα screen. Σημαντική, ωστόσο, είναι η συνεισφορά του σε άλλους τομείς, όπως τα αμυντικά rebounds.
(Σημείωση: H αξιολόγηση του παίκτη σε ότι αφορά τους μετρήσιμους στατιστικούς δείκτες γίνεται με βάση τις ιστορικά κατώτερες (Poor) και ανώτερες (Excellent) επιδόσεις στην Euroleague)
Συμπερασματικά, ο Johnson είναι μια αξιόλογη περίπτωση για point guard της 2nd unit, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει δίπλα του έναν περιφερειακό με έφεση στην προσωπική φάση και καλό σουτ, δηλαδή ένα scoring guard τύπου Joe Young / Rodrigue Beaubois, καθώς και forwards, οι οποίοι θα μπορούν να απειλήσουν από μακριά. Μπορεί να είναι μεγαλύτερος σε ηλικία από τον Baldwin, και ίσως να έχει μικρότερο potential, ωστόσο μοιάζει με “έτοιμο” παίκτη για αυτό το επίπεδο, ο οποίος θα μπορούσε να έχει μια πολυεπίπεδη προσφορά λόγω του versatility και της ικανότητας του να δημιουργεί σε πιο ικανοποιητικό ποσοστό, από ό,τι ο Wade, για τους συμπαίκτες του, χωρίς ταυτόχρονα να έχει “νεκρά διαστήματα” και να είναι τόσο επιρρεπής στο λάθος. Ωστόσο το μέτριο μακρινό σουτ και η αδυναμία του να αποτελέσει, στο βαθμό που ζητάει ο Ολυμπιακός, τον go-to-guy, έστω της 2nd unit, πιθανόν να αποτελούν τροχοπέδη στην περίπτωση του. Επίσης, η ταυτόχρονη παρουσία του σε 5άδες μαζί με το McKissic, αναμένεται να είναι δυσλειτουργική, καθώς πρόκειται για δύο παίκτες που θέλουν αρκετά την μπάλα στα χέρια τους και κινούνται στους ίδιους χωρούς, χωρίς να είναι οι καλύτεροι spot shooters. Σε περίπτωση παραμονής και του Buycks, η ποιότητα του front court, κυρίως επιθετικά, δε θα είναι υψηλού επιπέδου, “ταβανιάζοντας” τις δυνατότητες της ομάδας.
Εν κατακλείδι, μέχρι να δούμε ποια θα είναι η επιλογή των ερυθρόλευκων για το ρόλο του leading guard / floor general και του off guard / swingman, ίσως ένας παίκτης σαν τον Johnson να βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα στις προτιμήσεις του Μπαρτζώκα, δεδομένης της ύπαρξης και του Κόνιαρη στο 1, ο οποίος μπορεί (και πρέπει) να αρπάξει την ευκαιρία του βοηθητικού guard, αλλά και της πιθανής έλευσης του Λαρεντζάκη στο 2. Σε ένα τέτοιο σενάριο, θα πρέπει να αναζητηθεί ένα top combo guard με εξαιρετικό χειρισμό, με έφεση στο σκοράρισμα και μετρ στο 1on1, ο οποίος θα είναι αποτελεσματικός στο drive και στο σουτ, ενώ παράλληλα θα συνεισφέρει και στο δημιουργικό κομμάτι.
Rating 65.9% | VERDICT: To be re-evaluated |
Κλείνοντας, σας έχω ετοιμάσει ένα video, με τα βασικότερα σημεία, που μου “τράβηξαν το βλέμμα”, παρακολουθώντας τον Johnson στον πρώτο αγώνα Turk Telekom – Besiktas, για τη φάση των 16 του BCL. Να σημειώσουμε ότι, και στο 2ο αγώνα, ο Johnson υπήρξε καταλυτικός στη νίκη της ομάδας του, με γεμάτα στατιστικά σε όλες τις κατηγορίες, δείγμα του πόσο πολυσύνθετος παίκτης είναι (27 πόντοι με 4/5 βολες, 7/9 δίποντα και 3/6 τρίποντα, 6 rebounds, 8 assists, 2 κλεψίματα και μόλις 2 λάθη).
AARON HARRISON: USA, (25y, 198cm) | Guard / Forward |
(NBA Stats Turkey G-League Stats College Stats)
Συνεχίζουμε με ένα swingman, δηλαδή “πλάγιο” παίκτη, ο οποίος μπορεί να αγωνιστεί εξίσου αποτελεσματικά στο 2 και στο 3 και, εφόσον δεν ευοδωθεί ένα μεταγραφικό “μπαμ” τύπου Broekhoff, θα μπορούσε να αποτελέσει το sniper (και όχι μόνο) της περιφερειακής γραμμής του Ολυμπιακού!
Για την ιστορία του Aaron Harrison, και το πως κατέληξε από super star του NCAA στη freshman season του το 2014 οδηγώντας το Kentucky με τρία buzzer beater (το ένα μάλιστα απέναντι στο Louisville του Pitino) μέχρι τον τελικό απέναντι στο Connecticut (όπου όμως ηττήθηκε), σε γυρολόγο ομάδων της G League και κυνηγό 10ήμερων συμβολαίων στο ΝΒΑ, πριν τελικά πάρει την απόφαση να ακολουθήσει το δρόμο της ξενιτιάς, μπορείτε να διαβάσετε αναλυτικά στο αφιέρωμα, που είχα ετοιμάσει πέρυσι στο προσωπικό μου blog. <ΕΔΩ>
Άλλο ένα παράδειγμα μεγάλου ταλέντου το οποίο, βιάστηκε να αφήσει το κολλέγιο και τελικά, δεν κατάφερε να πάει το παιχνίδι του ένα βήμα παραπάνω και να αφομοιωθεί από το ΝΒΑ. Μόλις στα 26 του χρόνια μοιάζει ήδη με βετεράνο, με 5 χρόνια επαγγελματικής καριέρας, εκ των οποίων τα δύο είναι στη Galatasaray…
Σε αυτό το κείμενο θα δώσουμε βάση στο αγωνιστικό profile του και κυρίως στο τι έχει κάνει στη διετία του στην Τουρκία, μελετώντας αν η εικόνα και το στυλ παιχνιδιού του, μπορούν να τον οδηγήσουν σε ομαλή μετάβαση στο υψηλότερο, ευρωπαϊκό, επίπεδο.
Τα physical tools του Harrison, χωρίς να είναι κάτι το ιδιαίτερο, κρίνονται αποδεκτά για ένα παίκτη της θέσης και του ρόλου του. Με ύψος 198cm (άνοιγμα χεριών 203cm) και βάρος περίπου 95 κιλά, διαθέτει τη δύναμη για να ανταπεξέλθει στο πιο physical παιχνίδι της Euroleague. Δεν είναι ο πιο ταχύς swingman που αγωνίζεται στα μέρη μας, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπηρετήσει fast tempo ρυθμό και transition. Σε αντίθεση με τον Johnson, δεν είναι ο παίκτης που στηρίζεται στα αθλητικά / φυσικά του προσόντα, όπως δείχνει και το μέτριο vertical jump του, το οποίο το 2015 είχε μετρηθεί στις 28,5” (71cm).
Όσον αφορά το πνευματικό κομμάτι, ο Harrison, έχοντας παραστάσεις πρωταθλητισμού από μικρή ηλικία και μάλιστα με τον ίδιο σε πρωταγωνιστικό ρόλο, εκτιμώ ότι είναι Euroleague ready να ανταποκριθεί στην αυξημένη πίεση της συγκεκριμένης διοργάνωσης. Εκτός του ότι είναι clutch παίκτης, που σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του παίρνει (με επιτυχία μάλιστα) κρίσιμα σουτ, φαίνεται και από την πορεία του στη Galatasaray ότι διαθέτει κίνητρο και φιλοδοξίες, χωρίς να ενδιαφέρεται αποκλειστικά για τα ατομικά του στατιστικά. Αλλά και στον τομέα της τακτικής μοιάζει αρκετά ώριμος, παρά το γεγονός ότι αμυντικά θα χρειαστεί να επιδείξει μεγαλύτερη προσήλωση, τόσο στην προσωπική όσο και στην ομαδική άμυνα, σε σχέση με ό,τι είχε συνηθίσει μέχρι τώρα.
Ο χειρισμός της μπάλας δεν είναι το πιο δυνατό του σημείο, παρόλο που φέτος εμφανίζεται σαφώς βελτιωμένος, και σε αρκετά σχήματα χρησιμοποιείται ως point forward από τον coach Erdogan. Ωστόσο, αν και προστατεύει την μπάλα με σχετική επιτυχία, ακόμα απέχει από το να χαρακτηριστεί ικανοποιητικός δημιουργικά. Θεωρώ ότι είναι ένα κομμάτι του παιχνιδιού του που, αν το δουλέψει, μπορεί να τον βοηθήσει να σταθεί με επιτυχία στο υψηλότερο επίπεδο. Δε θα μου προκαλούσε εντύπωση αν τον έβλεπα στην Efes, αντί του Anderson, μελλοντικά.
Προς το παρόν ωστόσο, ο Harrison χαρακτηρίζεται και από ροπή προς το λάθος, κάτι το οποίο αποτυπώνεται στη στατιστική του εικόνα, καθώς και τις δύο σεζόν στην BSL εμφανίζει μέτριο προς κακό δείκτη ast/to. Πέρυσι είχε 3.3 τελικές πάσες για 3.2 λάθη (1.0), ενώ φέτος έχει ratio κάτω της μονάδας (0.97 με 3.3 assists για 3.4 λάθη). Πάντως υπάρχει δικαιολογία για αυτό καθώς, μέχρι την απόκτηση του Roberson στο back court, με μόνη ποιοτική επιλογή στον άσο τον Tai Webster, o Harrison αναγκαζόταν να έχει αυξημένες αρμοδιότητες, ακόμα και να κατεβάζει την μπάλα σε πολλές περιστάσεις. Σε μια ομάδα όπως ο Ολυμπιακός της νέας σεζόν, με καλούς χειριστές (ελπίζω) point guards και την παρουσία του McKissic, ο οποίος λειτουργεί κυρίως με την μπάλα στα χέρια, κάτι τέτοιο δε θα ήταν τόσο σύνηθες φαινόμενο.
Συνεπώς σε πρώτη φάση, σε Euroleague level, ίσως θα του ήταν πιο ταιριαστός ένας ρόλος off guard, ή ο SF που θα κινείται στην αδύνατη πλευρά χωρίς την μπάλα, εκμεταλλευόμενος το καλό spot shooting του. Προχωρώντας λοιπόν στο επιθετικό κομμάτι, ο Harrison είναι ένας παίκτης pure scorer. Έχει την ικανότητα να βάλει την μπάλα στο καλάθι με πολλούς τρόπους, με τον αγαπημένο του να είναι το μακρινό σουτ. Επίσης, χωρίς να είναι καθαρός slasher, δεν είναι λίγες οι φορές που θα τον δούμε να φθάνει με drive μέχρι το καλάθι, ειδικά σε δευτερεύοντες αιφνιδιασμούς ή σε καταστάσεις που βρίσκει διάδρομο μετά από screen. Το φόρτε του Harrison, όμως, είναι αναμφισβήτητα το μακρινό σουτ, και ειδικά το τρίποντο σε κάθε περίσταση, off dribble, spot, catch and shoot, σε set παιχνίδι, στο transition. Γενικά μπορεί να σκοράρει με κάθε τρόπο έξω από τα 6.75μ!
Τα ποσοστά του είναι εξαιρετικά, λαμβάνοντας υπόψιν ότι παίρνει πολλές προσπάθειες ανά παιχνίδι, όντας efficient, παρά τον υψηλό αριθμών επιθέσεων, που καταλήγουν σε αυτόν. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι, τη φετινή σεζόν στην BSL, έχει 2.4 εύστοχα τρίποντα σε 6.1 απόπειρες ανά αγώνα, ήτοι 40.2%. Αντίστοιχα είναι τα νούμερα του και στο Eurocup, όπου “μετράει” 2.8/7.3, δηλαδή ποσοστό 38%. Το επιθετικό του οπλοστάσιο περιλαμβάνει επίσης απειλή και με την μπάλα στα χέρια, είτε με drive είτε με mid range jumpers, καθώς τα ποσοστά του στα δίποντα είναι υψηλά (51% στην BSL και 47% στο Eurocup). Το θετικό στην περίπτωση του Harrison, είναι ότι και στις δύο σεζόν στην Ευρώπη σκοράρει με συνέπεια από μακριά, καθώς και πέρυσι είχε πολύ καλά ποσοστά στα τρίποντα, τόσο στο Eurocup (44.2%), όσο και στο Τουρκικό Πρωτάθλημα (41%). Συνεπώς μπορεί μια ομάδα να στηριχθεί στο σουτ του, σε βάθος χρόνου και για μεγάλα διαστήματα κάθε αγώνα.
Τέλος, αναφορικά με την επίθεση, αξίζει να σημειώσουμε ότι, παρόλο που ο Harrison σε όλη την καριέρα του θεωρείται streaky shooter, τη διετία στη Galatasaray δείχνει σταθερότητα, χωρίς μεγάλες μεταπτώσεις από αγώνα σε αγώνα. Πιο πολύ θα τον χαρακτήριζα microwave scorer, που μπορεί να σκοράρει μαζεμένους πόντους, χωρίς όμως να επηρεάζεται η ευστοχία του π.χ. από το αν ξεκινήσει καλά ή όχι ένα παιχνίδι, ή αν θα βρει ρυθμό.
Ολοκληρώνουμε την ανάλυση με το αμυντικό κομμάτι, όπου είναι ο αγωνιστικός τομέας που με κάνει να βλέπω το Harrison ως SF στην Euroleague. Εξάλλου και στην Cim Bom κυρίως στο 3 αγωνίζεται, με τον Koksal βασική επιλογή στο 2. Χωρίς να είναι ιδιαίτερα ταχύς, και με footwork που δεν τον βοηθάει να μαρκάρει εκρηκτικά guard τα οποία βασίζονται στο γρήγορο πρώτο βήμα, ο Harrison μπορεί να εκμεταλλευτεί τον όγκο του, για να μαρκάρει αντίπαλους SF, ακόμα και στο post. Γενικά, δεν είναι ο παίκτης που θα βγάλει μεγάλο effort στα μετόπισθεν. Παρόλα αυτά θα παίξει προσωπική άμυνα σε ανεκτό επίπεδο, μη αποτελώντας liability, όπως φαίνεται και από το μ.ο. κλεψιμάτων του διαχρονικά. Όμως, δεν έχει τόσο ανεπτυγμένο το hustling, όπως π.χ. του McKissic, και συνεπώς σε γενικές γραμμές θα έλεγα ότι είναι ένας μέτριος αμυντικά SF, του οποίου αυτή η αδυναμία θα πρέπει να μακιγιαριστεί σε 5άδες με rim protectors στη 2η γραμμή άμυνας.
(Σημείωση: H αξιολόγηση του παίκτη σε ότι αφορά τους μετρήσιμους στατιστικούς δείκτες γίνεται με βάση τις ιστορικά κατώτερες (Poor) και ανώτερες (Excellent) επιδόσεις στην Euroleague)
Και φθάνουμε στην ώρα της κρίσεως. Είναι ο Aaron Harrison μια ποιοτική προσθήκη για ένα φιλόδοξο Ολυμπιακό ή δεν είναι ακόμα έτοιμος και μια πιθανή έλευση του θα εμπεριείχε μεγάλη δόση ρίσκου;
Μετά από μια “γεμάτη” διετία στην Ευρώπη, σε μια ομάδα, όπου ήταν ο πρωταγωνιστής, δείχνοντας την ηγετική του στόφα και τα intangibles που διαθέτει, ο Harrison δείχνει να είναι ένας παίκτης ο οποίος θα απασχολήσει στο μέλλον την Euroleague. Το πολύ καλό σουτ του, σε συνδυασμό με το συνολικό skillset του, τον καθιστά ελκυστική περίπτωση για ομάδες όπως π.χ. η Μπασκόνια, που θα ήθελε ένα 3&D swingman, στα χνάρια του Hilliard. Όσον αφορά τον Ολυμπιακό και την στελέχωση του, όπως φαίνεται ότι διαμορφώνεται για τη νέα σεζόν, θα περιλαμβάνει κατά πάσα πιθανότητα έναν αντικαταστάτη του Paul, δηλαδή ένα 2 – 3άρι με αξιόπιστο και σταθερό μακρινό σουτ και καλύτερο παιχνίδι με την μπάλα στα χέρια. Θεωρώ ότι ο Harrison είναι ένας τέτοιος παίκτης, που θα μπορούσε να καλύψει με επιτυχία αυτό το ρόλο και να “ανοίξει” το γήπεδο για τους ερυθρόλευκους, προκειμένου να είναι πιο εύκολο το έργο για slashers όπως ο McKissic, υπό την προϋπόθεση να αποκτηθεί ένα leading guard με ικανοποιητικά play making skills!
Rating: 67.6% | VERDICT: Strongly recommend |
JOHNNY HAMILTON: USA, (26y, 213cm) | Center |
(Europe Cup Turkey G-League College Stats)
Η τρίτη πρόταση αφορά τη θέση του center και ακούει στο όνομα Johnny Hamilton, ο οποίος φέτος, στα 26 του χρόνια, έγινε ευρύτερα γνωστός λόγω της εντυπωσιακής παρουσίας του στην Darussafaka!
Ο γεννημένος στο Τρινιντάντ και Τομπάγκο παίκτης (μια χώρα που στο παρελθόν έχει εξάγει ποδοσφαιριστές σαν το Dwight Yorke και το Stern John), ξεκίνησε την ενασχόληση του με τον αθλητισμό από το ποδόσφαιρο πριν στα 16 πάρει την απόφαση, λόγω του ξαφνικού ύψους που έβαλε, να αφοσιωθεί στο μπάσκετ. Απαραίτητη υποσημείωση ότι υπάρχει άλλος ένας παίκτης (guard), ο οποίος βρίσκεται από πέρυσι στην Ευρώπη και αφήνει θετικές εντυπώσεις, προερχόμενος από αυτή τη χώρα, ο Khadeen Carrington (στη Ludwigsburg φέτος).
Για να γυρίσουμε στον Hamilton, η ζωή του άλλαξε όταν τον ανακάλυψε ένας πάστορας από το Jacksonville, ο οποίος τον έπεισε να μετακομίσει στις ΗΠΑ, λαμβάνοντας μέρος στο NJCAA, με το τοπικό κολλέγιο. Η συνέχεια ήταν ακόμα καλύτερη για τον ίδιο καθώς, με τα πλούσια φυσικά προσόντα του, προσέλκυσε το ενδιαφέρον αρκετών προγραμμάτων από την Division I του NCAA, καταλήγοντας τελικά στο Virginia Tech. Η διετία του εκεί, ωστόσο, είχε αρκετά σκαμπανεβάσματα καθώς, για μεγάλο διάστημα, ήταν σε δυσμένεια από τον προπονητή (η επίσημη εκδοχή ήταν λόγω ακαδημαϊκών θεμάτων), ενώ παράλληλα ταλαιπωρήθηκε και από ένα πρόβλημα τραυματισμού. Παρόλα αυτά κατάφερε να πάρει πτυχίο στην Εγκληματολογία.
Σε αγωνιστικό επίπεδο, η σεζόν 2017 – 18 με τη φανέλα του University of Texas – Arlington αυτή τη φορά, θα ήταν η καλύτερη του, καθώς βρήκε αρκετό χρόνο και πρωταγωνιστικό ρόλο για να δείξει τι μπορεί να κάνει, με στατιστικό highlight τα 8.1 rebounds και 2.3 τάπες, συνθέτοντας ένα πολύ δυνατό δίδυμο με τον PF Kevin Hervey (νυν 2-way παίκτης της OKC).
Το καλοκαίρι του 2018 δεν επιλέχθηκε στο draft, όμως οι καλές εμφανίσεις του στο Summer League με τους Pistons λίγο έλειψε να τον χρίσουν τον πρώτο παίκτη από το Τρινιντάντ και Τομπάγκο ο οποίος θα έπαιζε στο ΝΒΑ (ο γνωστός μας από το πέρασμα του από τη Real Madrid στις αρχές των 90ς, Carl Herrera, γεννήθηκε μεν εκεί, αλλά από μικρός βρέθηκε στη Βενεζουέλα, με τα χρώματα της οποίας αγωνίστηκε σε επίπεδο εθνικών ομάδων). Τελικά, τη σεζόν 2018 – 19 την πέρασε στην G League, στην θυγατρική του Detroit, τους Grand Rapids Drive, όπου στο πλευρό του είχε τον Emmanuel Terry (πρώην F/C της Banvit, ο οποίος προ ημερών μετακόμισε στη Hapoel Jerusalem). Το καλοκαίρι τον ανακάλυψαν τα radar της Darussafaka, της οποίας αποτελεί τον ογκόλιθο μέσα στη ρακέτα, όντας υποψήφιος ακόμα και για τον τίτλο του MVP του Eurocup. Μάλιστα, σύμφωνα με δημοσιεύματα, βρέθηκε στο στόχαστρο και του Μπαρτζώκα για τον Ολυμπιακό, προτού ολοκληρωθεί η μεταγραφή του Ellis.
Αρκετά όμως με τα εισαγωγικά, ήρθε η ώρα να δούμε και το αγωνιστικό profile του 7-footer, όνομα και πράγμα, Hamilton! Με ύψος 213cm, βάρος 105 κιλά και μεγάλο άνοιγμα χεριών (το wingspan του μετρήθηκε επίσημα το Μάιο του 2019 στο G League Invite Camp στα 221cm!!), ο Johnny είναι ένας κλασικός rim protector, όπως και ο ίδιος έχει δηλώσει στο παρελθόν:
Με τα physical tools που διαθέτει είναι center, θα τολμούσα να χαρακτηρίσω, κοντά στα πρότυπα ενός mobile 7-footer. Είναι αρκετά γρήγορος για τα κυβικά του και μπορεί να τρέξει στο ανοιχτό γήπεδο, καθώς και να ακολουθήσει αντιπάλους στα πόδια (έχει δηλώσει ότι το καλό του footwork είναι απόρροια της ενασχόλησης του με το ποδόσφαιρο σε μικρή ηλικία). Εκεί που εκτιμώ ότι είναι σχετικά αργός είναι στις αντιδράσεις του, καθώς και στον έλεγχο του υπόλοιπου σώματος του, αυτό που αγγλιστί ονομάζεται “lateral quickness”, εξ ου και στον πίνακα που αξιολογήθηκε η αθλητικότητα του, στην επιλογή Agility (ευλυγισία), θα δείτε χαμηλό βαθμό. Αντίθετα, το άλμα του είναι ιδιαίτερα υψηλό και, σε συνδυασμό με τα μακριά του άκρα, μπορεί να χαρακτηριστεί ως defensive anchor μέσα στη ρακέτα. Για να έχετε καλύτερη εικόνα για τι μιλάμε, αρκεί να σας αναφέρω το, ομολογουμένως, εντυπωσιακό του standing reach, το οποίο ανέρχεται σε 280cm περίπου!
Ένα κομμάτι στο οποίο θέλει ακόμα δουλειά ο Hamilton, προκειμένου να σταδιοδρομήσει στο επίπεδο της Euroleague, είναι αυτό της τακτικής, και γενικότερα η αντίληψη του παιχνιδιού καθώς, παρά τα θετικά δείγματα που έχει δείξει στο Eurocup, παραμένει ακατέργαστος, σε ένα βαθμό. Οι αντιδράσεις του όταν πιέζεται δεν είναι οι ιδανικότερες, και υποπίπτει συχνά σε λάθη όταν τον ντουμπλάρουν οι αντίπαλοι, χωρίς να είναι αξιόπιστος passer. Παρόλα αυτά ξέρει να κινείται καλά σε καταστάσεις pick ‘n’ roll και να τελειώνει φάσεις, ενώ κι όταν υποδέχεται την μπάλα σε πλεονεκτική θέση, είναι εξαιρετικός finisher. Για το ρόλο και τις παραστάσεις στη μέχρι σήμερα καριέρα του (δυστυχώς είναι late bloomer), βρίσκεται σε αρκετά καλό επίπεδο, συνυπολογίζοντας τη φιλοδοξία και την θέληση του για διάκριση.
Όσον αφορά την ικανότητα του με την μπάλα στα χέρια, η ντρίπλα του είναι ικανοποιητική για το ύψος του, αρκεί να αποφεύγει τις εξεζητημένες ενέργειες.
Στο επιθετικό κομμάτι ο Hamilton είναι κάτι παραπάνω από τίμιος. Όπως είπαμε νωρίτερα, είναι αποτελεσματικός finisher μέσα στη ρακέτα, ακόμα και μετά από επαφή (όπως λένε οι Αμερικάνοι, he absorbs contact), με αποτέλεσμαν είτε μετά από plays είτε μετά από δικό του επιθετικό rebounds, να τελειώνει φάσεις κοντά στο καλάθι με υψηλά ποσοστά. Στο ρεπερτόριο του έχει και το post παιχνίδι, με την ικανότητα να εκτελεί με hook shots, χωρίς όμως να είναι, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, ο ενδεδειγμένος τρόπος επίθεσης, καθώς είναι ψηλός ο οποίος ζει κυρίως από το “τάισμα” των συμπαικτών του, εκμεταλλευόμενος τα φυσικά του προσόντα (ύψος, wingspan, δύναμη). Όπως καταλαβαίνετε δεν απειλεί ιδιαίτερα με πρόσωπο στο καλάθι, παρόλα αυτά δεν είναι κακός σουτέρ ελευθέρων βολών (τα ποσοστά του κυμαίνονται πάνω από το 60%). Κλείνοντας με την επίθεση, να πούμε ότι είναι εξαιρετικός screener, λειτουργώντας ως τείχος για τους συμπαίκτες του ball handlers και δίνοντας τους τη δυνατότητα να πολλαπλασιάσουν τις επιθετικές επιλογές για την ομάδα, μετά από ένα επιτυχημένο screen του.
Το μεγάλο όπλο του Hamilton, όμως είναι η άμυνα όπου, όπως έχετε διαπιστώσει, ο coach Β δίνει μεγάλη έμφαση. Ήδη με την απόκτηση του Ellis, η συνολική συμπεριφορά της ομάδας στα μετόπισθεν (και ψηλά στη στεφάνη και σε επίπεδο hustling) έχει βελτιωθεί σημαντικά, όσο ο Αμερικάνος center βρίσκεται μέσα στο παρκέ. Συνεπώς, είναι κομβική η παρουσία ενός ακόμη ψηλού, ο οποίος θα μπορεί να προσφέρει σε αυτό το κομμάτι.Ο Hamilton, λοιπόν, μπορεί να έχει το ρόλο του “σκιάχτρου”, που τόσο έχει λείψει τελευταία από τον Ολυμπιακό! Με υψηλό μ.ο. κοψιμάτων, σε όλη την καριέρα του, είναι center που θα “χαλάσει” αρκετές επιθέσεις των αντιπάλων, είτε με block είτε με deflections είτε μόνο και με την παρουσία του. Η συνεισφορά του στην άμυνα είναι καθοριστική και λύνει τα χέρια προπονητή και συμπαικτών.
Ένας άλλος τομέας, όπου μπορεί να “μπει στα παπούτσια” του Milutinov σε περίπτωση που ο Σέρβος αποχωρήσει, είναι το αμυντικό rebound. Αποτελεί εγγύηση, κυρίως λόγω φυσικών προσόντων (δύναμη / wingspan), που τον βοηθάνε να κάνει επιτυχημένα box out, ακόμα και όταν βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, αλλά και χάρη στο καλό timing στο άλμα του. Και μπορεί να μην είναι ακόμα έτοιμος, για το επίπεδο της Euroleague, να υποστηρίξει με απόλυτη επιτυχία άμυνα με αλλαγές ή hedge out, όμως κάτι τέτοιο “δουλεύεται” μέσα από τις προπονήσεις και τους αγώνες (θυμηθείτε τις δύο πρώτες σεζόν του Milutinov), οδηγώντας σε σταδιακή βελτίωση, καθώς διαθέτει ήδη ανεκτό footwork για να ακολουθήσει ταχύτερους αντιπάλους.
(Σημείωση: H αξιολόγηση του παίκτη σε ότι αφορά τους μετρήσιμους στατιστικούς δείκτες γίνεται με βάση τις ιστορικά κατώτερες (Poor) και ανώτερες (Excellent) επιδόσεις στην Euroleague)
Εν κατακλείδι, ο Hamilton είναι μια περίπτωση 7-footer center, με μεγάλο potential, ο οποίος εκτιμώ ότι μπορεί να υπηρετήσει ευλαβικά το αγωνιστικό πλάνο, που φαίνεται να έχει στο μυαλό του (και μας έχει συνηθίσει σε όλες τις δουλειές του) ο Μπαρτζώκας, καθώς διαθέτει 2-way χαρακτηριστικά, με προσφορά τόσο στην άμυνα (rim protection, rebound) όσο και στην επίθεση (finishing κοντά στο καλάθι). Αποτελεί μια οντότητα στο ζωγραφιστό, και στις δύο άκρες του παρκέ, έχοντας ανταποκριθεί επιτυχώς σε παιχνίδια υψηλού βαθμού δυσκολίας, στο Eurocup και στην Τουρκία (θυμηθείτε τον τελικό Κυπέλου απέναντι στη Fenerbahce). Δεδομένα θα χρειαστεί χρόνο προσαρμογής ωστόσο, από την ευρωπαϊκή αγορά, είναι από τους λίγους σε αυτό το επίπεδο που έχει ένα πλήρες skillset και παράλληλα περιθώρια εξέλιξης. Εφόσον λοιπόν, βάσει του budget που θα διαθέσει ο Ολυμπιακός, δε βρεθεί μια έμπειρη και “έτοιμη” ποιοτική λύση από την Euroleague (π.χ. Jekiri), θεωρώ ότι αξίζει η επένδυση πάνω του, σε σχέση με ένα “στοίχημα” δίχως Ευρωπαϊκή εμπειρία (βλ. περίπτωση Willie Reed). Και μιας και μίλησα για τον πρώην παίκτη μας, ως επίλογο να αναφέρω ότι ο Hamilton μου θυμίζει μια μείξη του παλιού καλού Reed του NBA με την πιο αθλητική version του Henry Sims (Fortitudo Bologna)!
Rating: 67.3% | VERDICT: Recommend |
Παρά την έκταση του part II του RPG radar, θα κλείσω το κείμενο με ένα σύντομο σχόλιο για δύο stretch PFs, που πραγματοποιούν πολύ καλή χρονιά και, αν βελτιώσουν κάποιους τομείς του παιχνιδιού τους, θα μπορούσαν να έχουν μακροπρόθεσμα θέση στο υψηλότερο επίπεδο της Ευρώπης.
Μιλάω για τους Perry Jones III και Greg Whittington. Ο μεν πρώτος, με το πολύ καλό του σουτ και την έφεση στο σκοράρισμα, αποτελεί τον ηγέτη μιας μέτριας Bursaspor και “γράφει” εντυπωσιακά νούμερα στην BSL. Ωστόσο είναι αρκετά light για να σταθεί απέναντι σε δυνατά 4άρια, ενώ η αμυντική του συμπεριφορά (post άμυνα) και η διάθεση στα rebound γεννούν αρκετά ερωτηματικά ως προς την ετοιμότητα του για την Euroleague.
Ο δεύτερος εξαργυρώνει την καλή περσινή χρονιά του στο Ισραήλ και συνεχίζει φέτος με τη Galatasaray στο επόμενο σκαλοπάτι. Είναι ένα μοντέρνο 4άρι, με face up game και καλό σουτ, συνδυάζοντας αυτά τα χαρακτηριστικά με δυναμισμό στο παιχνίδι του. Θεωρώ ότι είναι πια Euroleague material κι αν ο Μπαρτζώκας εξετάζει την απόκτηση ενός κλασικού PF, και όχι κάποιου tweener, δεν αποκλείεται να βρίσκεται στα πλάνα του.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
Πηγές
http://www.fiba.basketball/news/johnny-hamilton-trinidad-and-tobago-s-present-and-future
https://eu.freep.com/story/sports/nba/pistons/2018/10/01/detroit-pistons-johnny-hamilton/1487098002/
https://www.tbf.org.tr/ligler/bsl-2019-2020/basketbolcu-detay/471989
https://gleague.nba.com/news/2019-nba-g-league-elite-camp-player-measurements-bam-testing-results/
http://lockdraft.com/lockboard-4-0/
https://utamavs.com/sports/mens-basketball/roster/johnny-hamilton/2910