Γερμανικό μπάσκετ. Μια ιστορία με σχετικά μετρημένες επιτυχίες σε εθνικό επίπεδο, κυρίως χάρη στον Dirk Nowitzki και στο πλεονέκτημα έδρας στο Ευρωμπάσκετ του 1993, και ακόμη λιγότερες στο ανώτατο ευρωπαϊκό συλλογικό επίπεδο της Ευρωλίγκας, με τις κατά καιρούς διάφορες ονομασίες της. Από την άλλη το εγχώριο πρωτάθλημα έχει γεμάτα γήπεδα και ανερχόμενους παίκτες που πρωταγωνιστούν στην μετέπειτα πορεία τους στα ευρωπαϊκά παρκέ (π.χ. Delaney, Clyburn κτλ.), αλλά αυτά είναι συνοδευόμενα με μέτριες έως ανύπαρκτες τηλεθεάσεις. Έτσι η επάνοδος της Bayern στο άθλημα της καλαθοσφαίρισης εδώ και μερικά χρόνια είναι ένα καλό νέο όχι μόνο για τους Γερμανούς, αλλά και για την Ευρωλίγκα που επιχειρεί απελπισμένα να αποκτήσει μεγαλύτερη πρόσβαση στην αγορά της Δυτικής Ευρώπης. Φυσικά σκοπός της γερμανικής ομάδας είναι να βρει με κάποιον τρόπο τον δρόμο προς τα play-off, μια σχεδόν ουτοπική αποστολή, αφού η τελευταία ομάδα της Γερμανίας που κατόρθωσε να φτάσει μέχρι τους 8 είναι η Alba όταν αποκλείστηκε από την ΑΕΚ του Γιάννη Ιωαννίδη το 1997-98.
Οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος των Βαυαρών, αφού οι Fener, CSKA, Barcelona, Khimki, Maccabi, Real, Armani και Efes φαίνεται να κλείνουν τον δρόμο ακόμα και για ομάδες ιστορικού βεληνεκούς, όπως ο Ολυμπιακός και ο αιώνιος αντίπαλός του. Σαν να μην ήταν αρκετά αυτά, η Bayern αντιμετωπίζει και σοβαρά προβλήματα απουσιών στην μέχρι τώρα πορεία της στην Ευρωλίγκα. Huestis και Bray δεν έχουν παίξει ούτε δευτερόλεπτο, ο Lessort έχει συμμετάσχει σε 3 ματς και ο τέταρτος σκόρερ της Djedovic έχασε 2 αναμετρήσεις. Παρόλα αυτά οι πρωταθλητές Γερμανίας έχουν ήδη στο ενεργητικό 2 σπουδαίες εντός έδρας νίκες, απέναντι σε Real και Armani, κι ελπίζουν σε μια καλύτερη συγκομιδή στα εκτός έδρας ματς στα όποια έχουν 0/4. Συνέπεια αυτού του φτωχού εκτός έδρας απολογισμού είναι οι 3 νίκες στα πρώτα 8 ματς, καθώς έχασαν και ένα παιχνίδι μέσα στο σπίτι τους από την επιθετική υπερδύναμη της Khimki.
Προπονητής της για τρίτη συνεχόμενη σαιζόν είναι ο ήδη δις πρωταθλητής Γερμανίας Dejan Radonjic, από τις βασικές παρεμπιπτόντως προτιμήσεις του συντάκτη του κειμένου για την επόμενη μέρα στον Ολυμπιακό. Πριν όμως υπογραφεί η φανταστική, κυριολεκτικά, συνεργασία που έχω στο μυαλό μου με τον συγκεκριμένο coach θα έχει την πολυτέλεια, μέχρι το τέλος της χρονιάς που διανύουμε, να διαθέτει στο roster ένα τεράστιο όνομα που ζηλεύουν όλες οι ομάδες της Ευρωλίγκας. Ο Greg Monroe, με τα καλά νούμερα στο ΝΒΑ, κατηφόρισε στην θεωρητικά δεύτερη ταχύτητα του ευρωπαϊκού μπάσκετ που ανήκει η Bayern, σε ηλικία μόλις 29 χρονών. Ίσως τελικά η εξέλιξη του παιχνιδιού του ΝΒΑ, που κάνει όλο και λιγότερο χρήσιμους τους center με καλό post-up παιχνίδι, να αποβεί μοιραία για την καριέρα του Monroe στα αμερικάνικα παρκέ. Για την Ευρώπη όμως αποτελεί κλασσική περίπτωση ψηλού που φτάνει και περισσεύει. Αν θέλει να υπερβάλει κανείς θα μπορούσε να πει ότι αποτελεί τιμή μας η παρουσία του στην εδώ πλευρά του Ατλαντικού.
Αυτό που δεν είναι υπερβολή, είναι να τονίσουμε πόσο καταλυτικός έχει προλάβει να γίνει ο Αμερικανός για το σύνολο του Radonjic. Αν κοιτάξει κανείς το δέντρο και αγνοήσει το δάσος θα παρατηρήσει ότι, μεταξύ άλλων, είναι πρώτος σε συνολικές προσπάθειες διπόντων, δεύτερος σε εύστοχα δίποντα, τέταρτος στα μπλοκ, έκτος στις εκτελεσμένες βολές, 11ος στο index rating και στην πρώτη δεκάδα των συνολικών (10ος) και των αμυντικών rebounds (7ος). Πράγματα, αδιαμφισβήτητα, εξέχουσας σημασίας, τα οποία όμως δεν δείχνουν την εξίσου μεγάλη χρησιμότητα του στο δημιουργικό κομμάτι του παιχνιδιού. Ένας τομέας που προβληματίζει ιδιαίτερα την Bayern η οποία, εξαιτίας της απουσίας Bray, φαίνεται να υποφέρει από την έλλειψη ενός floor general. Ειδικά όσο ο DeMarcus Nelson αποδεικνύεται κατώτερος των προσδοκιών και ο Diego Flaccadori ακόμα ψάχνεται.
Με αυτόν τον τρόπο οι Lo και Koponen αφήνονται να συνεισφέρουν στην οργάνωση του παιχνιδιού της Bayern, στις θέσεις 1 και 2 με λιγότερη συμπαράσταση από ότι σαφώς θα επιθυμούσαν, και χωρίς φυσικά αυτό να μετατρέπει τον Φιλανδό σε κάτι περισσότερο από ένα combo guard. Συνεπώς ο Radonjic, μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο, ήταν αναγκασμένος να προχωρήσει σε εναλλακτικές λύσεις, που έτσι και αλλιώς θα ήταν ενσωματωμένες και σε περίπτωση πλήρους roster. Περισσότερο το καταφέρνει φορτώνοντας επιθέσεις μέσω των ψηλών, Barthel και Monroe έχουν 4,6 ασσιστ μέσο όρο, σε short roll καταστάσεις μετά από PnR, αλλά κυρίως με εκτέλεση και δημιουργία μέσω low-post και high-post. Ειδικά οι high-low καταστάσεις είναι από τις πιο επικίνδυνες ανάμεσα στις ομάδες της Ευρωλίγκας, κάτι που οφείλεται στο πολύ καλό μάτι του Monroe, που δεν είναι μόνο αποδέκτης τέτοιων συνεργασιών αλλά και ικανός δημιουργός τέτοιων καταστάσεων. Η πολύπλευρη συνεισφορά του Αμερικάνου καθιστά ακόμα πιο δύσκολο το μαρκάρισμα του καθώς διαθέτει και σουτ μέσης απόστασης.
Πέρα του Monroe, ο οποίος είναι το νούμερο 1 αστέρι και παράλληλα πρώτος σκόρερ της ομάδας στην Ευρωλίγκα, μπορεί να ειπωθεί ότι στην Γερμανική ομάδα έχουμε ισορροπημένη κατανομή ρόλων και πόντων. Χαρακτηριστικά υπάρχουν 4 καλαθοσφαιριστές με πάνω από 8,8 πόντους ανά αγώνα (Monroe 13,5π, Lo 12π, Lucic 11π, Djedovic 8,8π), 2 διεθνείς Γερμανούς να ακολουθούν (Barthel 7,4π, Zipser 6,9π), και τον Koponen να μπαίνει ανάμεσα στην γερμανική δυάδα, με 7 πόντους μέσο όρο, και να συμπληρώνει την βασική επτάδα παικτών. Ασφαλώς αυτή η σχετικά μικρή βάση παικτών μπορεί να αποδειχθεί λίγη για τις ανάγκες 34 αγωνιστικών στην Ευρωλίγκα, και είναι επιτακτική η επιστροφή των Huestis και Bray. Απαραίτητο μοιάζει και το να δοθούν επιθετικές βοήθειες οι αναπληρωματικές λύσεις του Monroe στο 5, Radosevic και Lessort, με τον πρώτο να έχει ρεπερτόριο π.χ. μέσω του σουτ.
Θεωρητικά πάντως η Bayern δεν έχει στην περιφέρεια τους παίκτες που θα πάνε τόσο στο 1 εναντίον 1 και στις διεισδύσεις για να χτυπήσουν ευάλωτα αμυντικά σημεία των ερυθρολεύκων, όπως άλλες ομάδες μέχρι τώρα. Στο 4 ο Barthel θα αναζητήσει παιχνίδι με πλάτη, στην πιο ανύπαρκτη αμυντικά θέση του Ολυμπιακού, και στο 5 η κόντρα Milutinov και Monroe θα κρίνει πραγματικά πολλά, καθώς και οι 2 είναι από τα μεγαλύτερα βαρόμετρα των 2 ομάδων. Μην ξεγελαστεί όμως κανείς. Μπορεί η γερμανική ομάδα να μην έχει τον μεγάλο σκόρερ στην περιφέρεια, να είναι 11η στις ασσιστ , πόντους και pace ανά 40 λεπτά, αλλά ο Μαυροβούνιος προπονητής της ομάδας έχει την φήμη του αμυντικού προπονητή.
Ο Ολυμπιακός δε μπορεί να φύγει με διπλό βασιζόμενος αποκλειστικά στην επιθετική παραγωγή του.
Για παράδειγμα μετά τις πρώτες 7 αγωνιστικές, η Bayern υπερέχει αρκετά επιθετικά στην ανά 40 λεπτά στατιστική με 77,1 πόντους, έναντι των 72 πόντων του Ολυμπιακού, συνδυάζει τις λιγότερες προσπάθειες στα τρίποντα με την δεύτερη καλύτερη ευστοχία (40,7%), και τις δεύτερες περισσότερες προσπάθειες διπόντων σε ολόκληρη την Ευρωλίγκα σε μέσο όρο (10η καλύτερη ευστοχία). Aναλογιζόμενοι μάλιστα και τις απουσίες σε αυτά τα 7 πρώτα παιχνίδια τα νούμερα δεν αντιστοιχούν στις πραγματικές δυνατότητες των Γερμανών.
Έτσι και αλλιώς το ματς με την Maccabi θα έπρεπε να μας έχει ήδη διδάξει την αποφυγή των στερεοτύπων, και δυστυχώς για την Bayern αυτό ισχύει. Στο αμυντικό κομμάτι των αγώνων της Ευρωλίγκας οι Γερμανοί έχουν, βάσει των ανά 40 λεπτών στατιστικών, την 5η χειρότερη άμυνα με 80,5, χειρότερη και από τον Ολυμπιακό (77,9), στα rebounds είναι 14η (29,4), στα κλεψίματα 15η (5,7), και από τους παράγοντες που θα μπορούσαν να αναχαιτίσουν τον ρυθμό του αντιπάλου μόνο στα blocks βρίσκεται στην πρώτη δεκάδα (9η). Αυτά είναι δεδομένα που, μαζί με την σχετική έλλειψη αθλητικότητας, ενδέχεται να βολεύουν στο ματσάρισμα τους τους παίκτες του Ολυμπιακού, εάν και εφόσον βέβαια ο ι ερυθρόλευκοι παρουσιαστούν ανταγωνιστικοί, όπως στο ματς με την Zalgiris. Αν παρόλα αυτά δεν δεήσει να εμφανίσει τον καλύτερο δυνατό εαυτό του, οι δυσάρεστες εκπλήξεις θα είναι αναπόφευκτες, και θα προέλθουν από διάφορους παίκτες, και ας μιλάμε για μια ομάδα που επιθετικά είναι τελευταία σε προσπάθειες βολών, εξαιτίας των χαρακτηριστικών της περιφέρειας που αναφερθήκαμε παραπάνω στο 1 εναντίον 1 παιχνίδι. και παρουσιάζει προβλεψιμότητα στην hedge out άμυνα της επειδή
ο Radosevic φαίνεται να είναι η κύρια και πολλές φορές μοναδική επιλογή.
Ενδεικτικά ο Lo, δεν αποτελεί τον καλύτερο οργανωτικά γκαρντ με 2,5 ασσιστ και 2,3 λάθη μέσο όρο, όμως είναι ο δεύτερος πιο διεισδυτικός παίκτης μετά τον Djedovic. Από την άλλη πλευρά του παρκέ αναλαμβάνει να πιέσει τον αντίπαλο playmaker, μαζί με τον Nelson και σε κάποιες περιπτώσεις τον Djedovic. Επιπρόσθετα είναι ο δεύτερος πασέρ της ομάδας, μετά τον Monroe, ενώ διανύει μακράν την καλύτερη σεζόν της καριέρας του μέχρι στιγμής, με 12 πόντους όταν η αμέσως καλύτερη προηγούμενη επίδοση ήταν 6,9 με την Μπάμπεργκ του 2017-18, έχοντας 53,8% στα τρίποντα (περισσότερες προσπάθειες από όλους τους συμπαίκτες του), και εναλλάσσοντας τον εαυτό του ανάμεσα σε ρόλο χειριστή της μπάλας, και αυτού που περιμένει χωρίς την μπάλα για να σουτάρει. Φυσικά δεν βγαίνει σαν τον Caroll από τα screen, αλλά επωφελείται από εξωτερική πάσα μετά από PnR, και γενικότερα κυκλοφορία της μπάλας μέχρι να βρεθεί ο ελεύθερος σουτέρ.
Για τους υπόλοιπους της περιφέρειας υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, αλλά o Koponen παραμένει ένας σουτέρ που δεν πρέπει να του αφήσεις ούτε χιλιοστό ελεύθερο για σουτ, ο Nelson ήταν ο περσινός MVP των γαλλικών τελικών, και ένας αποδεδειγμένα καλός αμυντικός για πίεση πάνω στην μπάλα, και ο Djedovic εκτός της πιο αξιόπιστης απειλής στις μπούκες, αποτελεί μια από τις πρώτες επιλογές για αιφνιδιασμό. Όσο αφορά την θέση του small forwards, εκεί βρίσκονται οι Lucic και Zipser. Ο πρώτος είναι καλός αμυντικός και σουτέρ, παίκτης που τρέχει και αυτός σε fast break σαν τον Djedovic, κινείται στην πλάτη της άμυνας κόβοντας, και ταυτόχρονα είναι ένας πονηρός παίκτης, που προσπαθεί να εκμαιεύσει φάουλ και καταστάσεις ασκώντας την τέχνη της υποκριτικής. Ο δεύτερος, επιστρέφοντας από την εμπειρία στο NBA, έχει έναν ταιριαστό συνδυασμό καλού ποσοστού στα τρίποντα (37,5%) και ικανότητας να επιτίθεται σε close-out καταστάσεις όποτε χρειάζεται. Σε αυτές τις θέσεις των forwards υπάρχει ακόμα ο power-forward Alex King, με έναν όχι τόσο βασιλικό ρόλο όσο υποδηλώνει το όνομα του, αλλά περισσότερο με αποστολή να προσπαθήσει να γίνει μια 3 and D επιλογή σε επίπεδο Ευρωλίγκας. Στην πραγματικότητα αποτελεί μία από τις κύριες επιλογές των αντιπάλων για να ρισκάρουν το τρίποντο του, χωρίς να αποθαρρύνονται, από το 50% στα 3π. του King.
Σε κάθε περίπτωση το ροζ φύλλο στο Μόναχο είναι απαραίτητο στην πρώτη από τις 2 επισκέψεις στην Γερμανία αυτήν την εβδομάδα, καθώς η νίκη με την Ζαλγκίρις ήταν ψυχολογικά μια ανάσα, ενώ το μεγάλο διπλό στην CSKA κάλυψε μόνο 1 από τις 2 οδυνηρές ήττες με Villeurbanne και Zenit. Επιπλέον οι εντός έδρας συντριβές από θεωρητικά συναγωνιστές οκτάδας, Maccabi και Efes, καθιστά αδύνατο για τον Ολυμπιακό να υπερέχει σε ενδεχόμενη ισοβαθμία μαζί τους. Λόγω των παραπάνω αποτελεσμάτων δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για τους ερυθρόλευκους ούτε να αποχωρήσουν με σκυμμένο κεφάλι σε έδρες ομάδων επιπέδου Bayern, ούτε για αγωνιστικά πισωγυρίσματα, τα όποια θα φέρουν πάλι στην επιφάνεια τα όσα ειπώθηκαν από τον coach Kemzura για τριτότεταρτες επιλογές σε μια υπερβολική κρίση ειλικρίνειας, ή το γεγονός ότι αναγκαστικά δίνεται εμπιστοσύνη στον Baldwin, καθώς πιθανότατα δεν έχει πρόθεση να χαρίσει ούτε ένα δολάριο.
Το τρίποντο θα είναι σίγουρα πάντως ένας σημαντικός παράγοντας, ανάμεσα σε άλλους, απέναντι σε μια ομάδα που δίνει λίγες βολές (7η καλύτερη ανά 40′ με 16,8) και δίποντα (3η καλύτερη σε μέσο όρο). Ταυτόχρονα όμως είναι πέμπτη στα περισσότερα τρίποντα που παραχωρεί (25,3 ανά 40 λεπτά) και μάλιστα με υψηλό ποσοστό εις βάρος της (39,1%, 5η χειρότερη).
Μπορούμε να τα καταφέρουμε; Ich weiß nicht.