Δεν υπάρχει μεγαλύτερη σπέκουλα στον χώρο του αθλητισμού, από την υπό πρίσμα ανάγνωση ενός αθλητικού αποτελέσματος. Και μην μου πείτε ότι δεν έχετε έρθει αντιμέτωποι με αυτό! Να παρακολουθείς δηλαδή μια αναμέτρηση και, μετά το τέλος του αγώνα, να διαβάζεις κάθε είδους «ανάλυση» και «σχόλια» που να σε κάνουν να νιώθεις ότι είτε είδες άλλο παιχνίδι, είτε κάτι πάει λάθος με τους γύρω σου. Πολλές φορές έρχεσαι σε σύγκρουση ακόμα και με τον ίδιο σου το εαυτό, αν σκέφτηκες ή επιπλέον τουίταρες βιαστικά κάτι κατά την διάρκεια του αγώνα και το διαβάζεις με κρύο αίμα λίγες στιγμές αργότερα. Συμβαίνει, ας το παραδεχθούμε. Τι είναι όμως αυτό που μας κάνει τόσο ανίκανους να δούμε την πραγματικότητα στα μάτια; Είναι τα πάθη και η ένταση της στιγμής ή κάποια εσωτερική ανάγκη για προσωπική δικαίωση των όσων πιστεύουμε και υποστηρίζουμε;
Στον χώρο των επιχειρήσεων συνηθίζουμε να έχουμε σημεία αναφοράς, με βάση και τα οποία και μετράμε το οικονομικό ή εμπορικό αποτέλεσμα. Για παράδειγμα πέρυσι πουλήσαμε 100 φέτος 105, άρα υπάρχει αύξηση ποσότητας +5%. Η ίδια σύγκριση μπορεί να γίνει με μια προγενέστερη πρόβλεψη η και με τον ίδιο τον ανταγωνισμό. Είναι όμως απαραίτητα καλό αυτό; Εξαρτάται το τι αναλύουμε. Φερειπείν μια αύξηση 5%, αν το μερίδιο μας στην αγορά μειώθηκε (γιατί το μέγεθος της αγοράς αυξήθηκε με μεγαλύτερο ρυθμό), μπορεί να είναι και άσχημη είδηση. Άλλες φορές χρησιμοποιούμε δείκτες που καταγράφουν μια σημαντική πτυχή της επιχειρηματικής μας δραστηριότητας π.χ. κερδοφορία, ρευστότητα, μόχλευση, κεφάλαιο κίνησης, επενδύσεις σε πάγιο εξοπλισμό κλπ και προσπαθούμε να συνδέσουμε τις ενδείξεις των δεικτών με την πορεία της αγοράς του κλάδου ή απλά της χώρας ή και ενός και μόνο προϊόντος. Σε κάθε περίπτωση είναι κοινά αποδεκτό ότι οι επιχειρήσεις είναι καλύτερες ή χειρότερες έναντι των άλλων στην βάση κάποιων μετρήσιμων στοιχείων, και όχι γιατί κάποιος νομίζει έτσι ότι είναι.
Στον αθλητισμό όμως πολλά από αυτά δεν έχουν άμεση εφαρμογή, καθώς το αθλητικό αποτέλεσμα δεν είναι 100% συνέπεια των επενδύσεων στις ομάδες, παρότι μας αρέσει τόσο πολύ να ασχολούμαστε με τα διάφορα budget. Αν η Efes για παράδειγμα έχει 20Μ budget και ο Ολυμπιακός 10Μ δεν σημαίνει ότι θα τον κερδίζει με διπλάσιο σκορ, ούτε και ότι θα τον κερδίζει συνέχεια. Υπάρχει μια καλά καμουφλαρισμένη αξία μέσα στις ομάδες στην μορφή τεχνογνωσίας, διαδικασιών, εμπειρίας, ψυχολογίας, κουλτούρας και μικρών τεχνικών λεπτομερειών που λειτουργούν ως πολλαπλασιαστές ισχύος και έτσι έχουμε πολλές φορές αθλητικά «θαύματα» που ανατρέπουν τις θεωρητικές ισορροπίες. Βέβαια στο τέλος της ημέρας σου έρχεται ένας Micic σου βάζει το τρίποντο αλά Σπανούλης στο τελευταίο δευτερόλεπτο και μένεις με το “What If” και τι θα γινόταν αν είχαμε και εμείς έναν τέτοιο στην ομάδα μας κλπ. Αυτά είναι όμως υποθέσεις και όχι πραγματικότητες.
Το γεγονός αυτό (της καμουφλαρισμένης αξίας), σε συνδυασμό με την έμφυτη ικανότητα των διαφορών παρατηρητών (επαγγελματιών και μη) στο να αναλύσουν και να ερμηνεύσουν την απόδοση μιας ομάδας, μπορεί να μας δώσει μια μεγάλη γκάμα «αναλύσεων» και επεξηγήσεων. Και σίγουρα ένας μύστης του αθλήματος θα επικεντρωνόταν στα βασικά και στους κύριους λόγους επιτυχίας ή αποτυχίας. Δυστυχώς για εμάς στην ελληνική μπασκετική ειδησιογραφία αυτές οι αναλύσεις σπανίζουν. Όταν δε υπάρχουν – δεν είναι πάντοτε αθλητικές αλλά πολλές φορές ανούσιες – είναι σχεδόν πάντοτε επιφανειακές και στην χειρότερη μορφή τους παρασκηνιακές.
Σε ό,τι αφορά τα σχόλια στα social media επικρατεί ανθρωποφαγία. Πόσες φορές έχουμε διαβάσει σχόλια για τον διαιτητή που δεν το είδε καλά ή είναι «πουλημένος»; Τον προπονητή που κοιμάται στον πάγκο και θα έπρεπε να είναι στην ταβέρνα του; Ή τον παίκτη που σίγουρα τα έπινε το προηγούμενο βράδυ στην παραλιακή και δεν γουστάρει να βλέπει τον συμπαίκτη του ή τον προπονητή του; Θα μου πει κάποιος, δεν γίνονται και αυτά; Προφανώς και γίνονται αλλά είναι οι εξαιρέσεις και όχι ο κανόνας και, κυρίως, δεν είναι ο κύριος παράγοντας που καθορίζει τα αποτελέσματα. Ο κανόνας είναι ότι όταν μπουν 2 ομάδες μέσα στο γήπεδο 9/10 θα δώσουν ό,τι έχουν και δεν έχουν για να κερδίσουν. Γιατί αυτό είναι ο επαγγελματικός αθλητισμός. Αυτοί οι άνθρωποι (οι αθλητές, προπονητές) είναι «προγραμματισμένοι» από το DNA τους να είναι ανταγωνιστικοί και να θέλουν, πρωτίστως, να κερδίζουν. Τα υπόλοιπα έρχονται μετά και αυτό το καταλαβαίνει όποιος έχει βρεθεί σε οποιοδήποτε επίπεδο και κατηγορία να παλεύει για ένα αποτέλεσμα.
Ας λοιπόν επιστρέψουμε στο αρχικό ερώτημα. Τι είναι αυτό που μας κάνει τόσο ανίκανους να δούμε την πραγματικότητα στα μάτια; Θα έλεγα με μια πρώτη σκέψη ότι είναι στην φύση μας να είμαστε συμπλεγματικοί αλλά και ηδονιστές. Δεν είναι μόνο δική μου ιδέα αυτό προφανώς. Ο αρχαίος προσωκρατικός μαθηματικός, αστρονόμος και φιλόσοφος, ο Δημόκριτος, είχε πει:
Όμως μπορεί και να μην είναι και αποκλειστικά ζήτημα ικανοποίησής των προσωπικών μας αναγκών, μπορεί απλά να μην μπορούμε να δούμε/ κατανοήσουμε την αλήθεια! Βλέπετε φίλοι μου, η αλήθεια και η πραγματικότητα (έννοιες αλληλένδετες) είναι ορισμένες φορές πολύ σκληρές και άσχημες για να τις αποδεχθούμε. Και το να ζεις μέσα σε ένα ευχάριστο ψέμα ίσως και να αποτελεί συνειδητή επιλογή για αρκετούς ανθρώπους και κατ’ επέκταση φιλάθλους. Και φυσικά όπου υπάρχει πελατεία υπάρχουν και πωλητές. «Ήττα σαν Νίκη», «Χάσαμε αλλά κερδίσαμε την μάχη της εξέδρας», «Εντάξει σουτάραμε 20 βολές παραπάνω σε κλειστό ντέρμπι αλλά σε μια φάση ο διαιτητής έκανε και εις βάρος μας λάθος», «Παράγκες παντού! Αλλά εμείς είμαστε αλλιώς..» και πολλά άλλα αντίστοιχα τσιτάτα είναι το «προϊόν» που πουλάνε για δεκαετίες οι αθλητικές φυλλάδες και τα τελευταία χρόνια διάφορες ιστοσελίδες. Το moto κοινό, εκθειάστε την Χ ομάδα και υποβιβάστε και προπαγανδίστε αρνητικά τους αντιπάλους της. Γιατί τίποτε δεν κάνει έναν άνθρωπο να αισθάνεται πιο άνετα από το αίσθημα κατωτερότητας των γύρω του.
Και δεν είναι τυχαίο ότι ο ελληνικός αθλητικός τύπος βρίσκεται εκεί που βρίσκεται. Είναι μια αντανάκλαση της χώρας και των συναισθημάτων της πλειοψηφίας, που προτιμούν να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα. Σε αυτούς πουλάνε οι έμποροι αθλητικής «δημοσιογραφίας», με αυτούς τους όρους τους απευθύνονται. Με εξαίρεση ορισμένους ευφυείς και μερακλήδες του χώρου, οι περισσότεροι καβαλάνε το άρμα μιας ομάδας και κάνουν καριέρα λέγοντας γλυκά ψέματα στο αυτάκι του πελάτη, απαξιώνοντας τους ανταγωνιστές του. Διαστρεβλωμένες αλήθειες ή αληθοφανή ψέματα, υπό πρίσμα και επικοινωνιακή διαχείριση ζητημάτων προς όφελος κάποιας ομάδας, αυτές είναι οι υπηρεσίες τους. “Κάν’ το, και δεν ξέρεις, μια μέρα μπορεί να βρεθείς και σε γραφείο τύπου μιας ομάδας ή και ομοσπονδίας” μου είπε ένας παλιός δημοσιογράφος, που κάτι πρέπει να ήξερε περισσότερο από εμένα. Μέσα σε αυτούς τους χώρους υπάρχουν και σοβαρές συμπλεγματικές περιπτώσεις που προσπαθούν να επιβάλουν την άποψη τους και ασχημονούν απέναντι σε όποιον δεν τους αποδέχεται ως αυθεντίες. Το είπε θαυμάσια ο Phillip Sydney (Άγγλος ποιητής του 16ου αιώνα):
Δεν ξέρω αν σας έρχεται κάποιος πρόχειρα στο μυαλό σας αλλά μακάρι να ήταν μόνο ένας.
Στο ελληνικό αθλητικό χώρο δεν υπάρχει ή, για να μην είμαι απόλυτος, σπανίζει ο ρόλος του αναλυτή. Αυτού δηλαδή που με δεδομένα και μέθοδο θα προσπαθήσει να εξηγήσει κάτι. Υπάρχει κυρίως ο ρόλος του ρεπόρτερ ανά σπορ και του χρωματισμένου ρεπόρτερ ανεξαρτήτως σπορ. Και οι 2 πουλάνε είδηση, απλά ο 2ος την κάνει τόσο γλυκειά, ψεύτικη και παραπλανητική που, αν δεν προσέξεις, σε κάνει να θες κάθε μέρα την δόση σου, παρότι ξέρεις ότι είναι απόλυτα ψεύτικη. Σε αντίθεση με άλλους τόπους όπου ο αναλυτής – δημοσιογράφος θα αφιερώσει χρόνο να αναλύσει και να διατυπώσει με επιχειρήματα μια άποψη και θα σε προκαλέσει να την κριτικάρεις, γιατί από αυτό το κοινό ζει. Όχι σαν κάτι περιπτωσάρες που έχουμε στα μέρη μας, ορισμένων που νομίζουν ότι έχουν το αλάθητο. Πάλι κάπου πάει το μυαλό σας αλλά ας μην δίνουμε αξία σε “νούμερα”. (Απορώ πως το έγραψα εγώ αυτό) Μέσα λοιπόν σε αυτό τον ορυμαγδό ηδονισμού, προπαγάνδας, συμπλεγμάτων και συμπλεγματικών πάσης φύσεως – δεν είναι τυχαίο ότι στο ελληνικό γίγνεσθαι το σανό πάει και έρχεται. Βασικά γιατί το target group που αγοράζει «αθλητική είδηση» εκπαιδεύτηκε στο ότι μόνο αυτό υπάρχει, σαν τον μύθο του σπηλαίου του Πλάτωνα ένα πράγμα. Αν δε κάποιος πάει να χαλάσει την συνήθεια/εξάρτηση του οπαδού, θα του την πέσει σαν κοπάδι από ύαινες για να τον πετσοκόψει. Κάπως έτσι επιβιώνουν στην αθλητική δημοσιογραφία όσοι έχουν κονέ και, κυρίως, όσοι εντάσσονται στο σύστημα και ακολουθούν τις νόρμες του. Γιατί καλή η θεωρία φίλε αναγνώστη περί δημοσιογραφίας = λειτούργημα, όμως αρκετές φορές ακόμα και ο καλύτερος συνθλίβεται από την σκληρή πραγματικότητα.
Αυτό μου θυμίζει ένα παλιό ανέκδοτο σχετικό με το θέμα που θα το χρησιμοποιήσω σαν γέφυρα και για να ελαφρύνω λίγο το κλίμα.
Ήταν ένα παιδί και ρώτησε τον πατέρα του για τη διαφορά μεταξύ θεωρίας και πραγματικότητας. Αυτός του απάντησε:
-“Ρώτα τη μάνα σου αν της δίναμε ένα εκατομμύριο ευρώ αν θα πήγαινε με άλλον άνδρα;”.
Ο μικρός πήγε και τη ρώτησε κι αυτή απάντησε:
-“Ένα εκατομμύριο είναι πολλά λεφτά και φυσικά θα το έκανα”.
Ο μικρός είπε στον πατέρα του για την απάντηση της μάνας του και αυτός του είπε:
”Πήγαινε ρώτα τώρα και την αδερφή σου που αρραβωνιάζεται σύντομα αν κι αυτή θα πήγαινε με άλλον για ένα εκατομμύριο ευρώ”.
Κι αυτή απάντησε:
-“Φυσικά και θα πήγαινα για τόσα πολλά λεφτά”.
Έτσι γύρισε το παιδί γεμάτο απορία και ρώτησε τον πατέρα του:
-“Τώρα μπαμπά ποιο είναι το συμπέρασμα που βγάζουμε;”
Και ο πατέρας του απαντά:
-“Το συμπέρασμα είναι ότι θεωρητικά μπορούμε εν δυνάμει να έχουμε δύο εκατομμύρια ευρώ αλλά στην πραγματικότητα έχουμε δύο πουτάνες στο σπίτι!”
(Σημείωση Red Emerald: Με τον Αταραξία προβληματιστήκαμε για το αν θα βάζαμε η όχι το ανέκδοτο καθώς βγάζει επιφανειακά έναν απαράδεκτο σεξισμό όμως η πρόθεση είναι να αναδειχθεί η υποκρισία του φαίνεσθαι σε σύγκριση με τον πραγματικό χαρακτήρα των ανθρώπων. Αν λοιπόν παρεξηγηθεί αναλαμβάνω την ευθύνη του κάκιστου χιούμορ αλλά ως εκεί!)
Και επιστρέφω στο προκείμενο ο λογοτέχνης, φιλόσοφος, νομπελίτσας και λάτρης του αθλητισμού Albert Camus έκανε παρόμοια διαπίστωση όχι για τις πουτάνες αλλά για την αλήθεια.
Είναι δύσκολο να εξηγήσουμε το γιατί αλλά μας αρέσουν οι ψευδαισθήσεις που επιβεβαιώνουν το ΕΓΩ μας και ικανοποιούν έστω και ασυναίσθητα τις προσωπικές μας ηδονές. Όταν δε αναφερόμαστε στην πραγματικότητα = αλήθεια δεν υπάρχει ολίγον έγκυος, υπάρχει το απόλυτο δεδομένο είτε είναι είτε δεν είναι. Το έχει αναλύσει ο Παρμενίδης άλλωστε στον 5ο αιώνα π.χ. Άσχετο αν εμείς δεν τον μάθαμε ποτέ στο σχολείο. Τα είπε όλα ο Παρμενίδης λέγοντας:
και επηρέασε όσο κανείς τους Πλάτωνα και Αριστοτέλη. Άλλο αν εμείς είτε δεν μπορούμε είτε δεν θέλουμε να αποδεχθούμε την σοφία αυτών των αρχέγονων διανοητών. Αν είχα το χρόνο θα σας ανέφερα σειρά από σύγχρονους διανοούμενους που ασχολήθηκαν με την ιδέα της πραγματικότητας, ο τελευταίος όμως που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο Κολομβιανός Nicolas Gomez Davila, φιλόσοφος και συγγραφέας γνωστός για την κριτική του απέναντι στον μοντερνισμό. Ο οποίος είπε ότι
Δεν θα μπορούσα να το διατυπώσω καλύτερα.
Ήδη ακούω κάποιες μουρμούρες στην γαλαρία. Ωραία ρε Emerald μας έπρηξες με την πραγματικότητα. Που οδηγεί όλη αυτή η κουβέντα; Μα φυσικά στο ΘΡΥΛΟ και στο μπάσκετ φίλε αναγνώστη και follower. Δεν είμαστε εδώ για μαθήματα φιλοσοφίας, αυτά είναι για τους φιλόσοφους. Εμείς είμαστε απλοί μύστες του μπάσκετ και των καιρών που ζούμε.
Επειδή όμως δεν προσπαθεί κανείς να δώσει μια αντικειμενική και λογική απάντηση στο ερώτημα «πότε κάποιος παίζει καλά;» και επειδή είναι χάσιμο χρόνου και ενδεχομένως εσφαλμένο να μιλάμε επί υποθέσεων και αντιλήψεων της πραγματικότητας, ακούγοντας την κάθε «αυθεντία» να μας εξηγεί την άποψη του, αποφάσισα να βάλω τον οβολό μου. Η δική μου λοιπόν θεώρηση είναι ότι δεν γίνεται κάποιος να κερδίζει και να είναι καλός και να χάνει και να είναι κακός. Δεν είναι άσπρο – μαύρο. Υπάρχει η αγωνιστική προσπάθεια που μετουσιώθηκε σε ένα αποτέλεσμα αλλά αυτή οφείλει να μετριέται σε μια κλίμακα αποτελεσματικότητας (efficiency) και, αν θέλουμε να συγκρίνουμε τις ομάδες μεταξύ τους σε βάθος χρόνου, θέλουμε αυτή την μέτρηση παράλληλα με ένα δείκτη συνέπειας. (Για το τελευταίο θα επανέλθω με νέο κείμενο για να μην γίνει πολύ κουραστικό αυτό που θα διαβάσετε στην συνέχεια).
Στο παρελθόν σας έχω μιλήσει (κάποιοι λένε ζαλίσει) με την σημασία της αποτελεσματικότητας ανά play. Σε απλά αγγλικά Points per Play. Με βάση αυτή την θεώρηση στο μυαλουδάκι μου έκατσα και ανέλυσα στατιστικά τα αποτελέσματα όλης της περιόδου 2021-22 (299 αγώνων) για την Euroleague και κατέληξα στα ακόλουθα συμπεράσματα:
(Παραδεχθείτε το τρομερό plot twist για όποιον έκατσε να διαβάσει αυτό το κείμενο μέχρι τώρα.)
Δείκτες για να κατανοήσετε τους πίνακες που θα ακολουθήσουν:
- Plays = FGA + TO + Fouls Won
- PPP_OFF = Pts Offense / Offensive Plays
- PPP_DEF = Pts Defense / Defensive Plays
- PPP_Net = PPP_OFF – PPP_DEF
Οι ομάδες στους 299 αγώνες που έδωσαν έφεραν 598 αποτελέσματα αφού πάντοτε κάποιος κερδίζει και κάποιος χάνει. Με βάση τα υπολογισμένα Plays σε επίθεση και άμυνα (ανά αγώνα – ανά ομάδα) υπολόγισα τις ανώτατες και τις κατώτατες τιμές για την επιθετική (PPP_OFF), αμυντική (PPP_DEF) και συνολική αποτελεσματικότητα (PPP_NET). Στην συνέχεια κατένειμα αυτά τα αποτελέσματα σε μια Likert scale Πίνακας Α) ώστε να δούμε τι σημαίνει κακή, κάτω του μετρίου, μέτρια, καλή και εξαιρετική επίδοση. Το δείγμα των 598 αποτελεσμάτων μας λέει ότι η χειρότερη επιθετική απόδοση ανά Play ήταν 0.418π και ανήκει στην Unics στον αγώνα που έδωσε στις 14/10/2021 απέναντι στην Fenerbahce. Ενώ η ανώτερη 1.222π ανήκει στην Maccabi και πραγματοποιήθηκε στις 1/2/2022 απέναντι στην Zalgiris.
Πίνακας Α
Σε ότι αφορά την συνολική απόδοση, που ήταν και το ζητούμενο μου από την αρχή. Προφανώς μια Net τιμή >0 θεωρητικά είναι το απαιτούμενο για να κερδίσεις έναν αγώνα, αν και υπάρχει ένας αγώνας όπως θα δούμε παρακάτω που αποτέλεσε εξαίρεση. Αλλά αν θέλεις να πεις με βεβαιότητα ότι έπαιξες καλά θα χρειαζόταν να είχες περισσότερους από 0.087π σε PPP_Net. Τι σημαίνει αυτό; Με απλά λόγια ότι, κατά μέσο όρο αυτή η ομάδα πετύχαινε 0.087π περισσότερους από τον αντίπαλο της σε ένα Play σε επίθεση και άμυνα. Άρα σε ίδιο αριθμό Plays, π.χ. 91.6 που ήταν ο μέσος όρος πέρυσι ανά 40 λεπτά αγώνα, η ομάδα εκείνη που έπαιξε καλά (Good στην κλίμακα) θα κέρδιζε με 8+ πόντους.
Τώρα αν θα ήθελες να ξέρεις ότι η ομάδα σου έπαιξε εξαιρετικά/ τραγικά ή όχι χωρίς να σε ζαλίσουν οι διάφοροι προπαγανδιστές, με ένα στατιστικό ρεκόρ που ενδεχομένως να σουλατσάρουν γιατί πουλάει επικοινωνιακά – κάτσε κάτω πάρε το Box Score κατέγραψε 8 νούμερα (Home Team: FGA, TO, Foul Won, Pts Scored | Away Team: FGA, TO, Foul Won, Pts Scored) κάνε τους υπολογισμούς με βάση τους δείκτες που ανέφερα πιο πάνω και θα γνωρίζεις με βεβαιότητα και με αντικειμενικά κριτήρια την απόδοση της ομάδας σου σε επίθεση – άμυνα και συνολικά.
Και εδώ είναι που ξεκινάει η προσωπική διαστροφή φίλε αναγνώστη. Γιατί δεν μου έφτανε να κατανείμω ανά κατηγορία σε επίθεση/άμυνα/συνολικά τα 598 αποτελέσματα, αλλά ήθελα και το σπάσιμο σε νίκες-ήττες (αυτά είναι φοβερά κολλήματα που εύχομαι σε όλους να μην τα αποκτήσουν). Και για να απαντήσω στο πιθανό ερώτημα πόσοι είναι οι αγώνες που μια ομάδα έπιασε εξαιρετική απόδοση. Με βάση τα περυσινά standards ήταν μόλις 29 (δηλαδή μόλις 4.8% επί του συνόλου). Στον πίνακα αυτό (Πίνακας Β) όμως ανακάλυψα μερικά ακόμα ενδιαφέροντα.
- Αν μια ομάδα είχε θετικό Net Rating (υπενθυμίζω PPP_NET = PPP_OFF – PPP_NET) θα κέρδιζε πέρυσι στατιστικά 266 στους 299 αγώνες. Δηλαδή 89% αλλά θα έχανε και 33 φορές (11%). Αν όμως δούμε αποκλειστικά την κατηγορία μέσης απόδοσης (126 αγώνες επί του συνόλου) η άνω του μετρίου θετική απόδοση οδήγησε στην νίκη 94/126 φορές (75%). Long story short λοιπόν το 42% (126/299) των αγώνων κρίνεται με μία η και τις 2 ομάδες να έχουν μέση απόδοση και εκεί ομάδες με μέτρια απόδοση κερδίζουν 3 στις 4 φορές. Άρα αυτό πρέπει να είναι και το ζητούμενο μιας ομάδας, να διασφαλίσει ότι στην συντριπτική πλειοψηφία των αγώνων της πιάνει μια τέτοια απόδοση που θα τις φέρει και τις νίκες.
- Σε ό,τι αφορά την άνω του μετρίου απόδοση, μοιάζει να είναι πιο σημαντική σε επίπεδο άμυνας, καθώς με ελαφρώς άνω του μετρίου αποτελεσματικότητα στην άμυνα οι ομάδες κέρδισαν τους 86/140 αγώνες (61.4%) ενώ το αντίστοιχο αποτέλεσμα στην επίθεση ήταν (53.2%). Αυτό λοιπόν επιβεβαιώνει τους προπονητές που επιμένουν ότι νίκες έρχονται πρωτίστως από την άμυνα. (Περιμένω ο φίλος μου ο Fjord Designer να προβληματιστεί πολύ με όσα λέω αλλά θα την βρει την λύση του στο τέλος 😉)
- Τέλος, έχω ένα απίθανο εύρημα το οποίο το έχω τσεκάρει ήδη αρκετές φορές, γιατί δεν το χώραγε ο νους μου. Υπάρχει αγώνας όπου ομάδα κέρδισε με below avg PPP_NET. Πρόκειται για το Efes – Barcelona 93-95 στις 3/12/2021. Οι Καταλανοί κέρδισαν παρότι είχαν αρνητικό δείκτη -0.133π, διότι κέρδισαν 16 επιθετικά έναντι 2 των Τούρκων της Efes. Με άλλα λόγια, τα έσπαγαν σε αποτελεσματικότητα αλλά ανανέωναν κατοχές σε τέτοιο βαθμό, που τους επέτρεψε να κερδίσουν έστω και οριακά με 2π. Για την ιστορία η Barcelona είχε PPP_NET 0.826π και η Efes 0.959π, όμως οι Καταλανοί είχαν +18 Plays!!! Δεν έχω ξαναδεί κάτι παρόμοιο όσα χρόνια ασχολούμαι με τα νούμερα της Euroleague (και είναι πολλά 😊)
Πίνακας Β
Και για να ολοκληρώσω την καταγραφή μου, γιατί σας έχω κουράσει πολύ, να μιλήσω και για τον Ολυμπιακό (Πίνακας Γ). Ο οποίος στους 38 αγώνες που έδωσε πέρυσι ήταν εξαιρετικός στους 5 (13%), καλός στους 11 (29%), άνω του μετρίου στους 14 (37%) όπου και κέρδισε μόνο 7/14, κάτω του μετρίου στους 6 (16%) και πολύ κακός σε μόλις 2 (5%). Με βάση λοιπόν αυτή του την απόδοση ενδεχομένως και να δικαιούταν 3-4 νίκες ακόμα. Τόσο καλός ήταν ο περυσινός ΘΡΥΛΟΣ!
Πίνακας Γ
Having said all that, που λέμε και στο χωριό μου εκεί στις κορφές του Ψηλορείτη, στα βάθη της αλήθειας υπάρχει πάντοτε ένας λογισμός που την επιβεβαιώνει. Οι δείκτες, οι αριθμοί και οι αλγόριθμοι είναι τα κλειδιά για να ξεκλειδώσουμε τις πόρτες που θα μας οδηγήσουν σε αυτήν. Και όσο περισσότερο ψάχνουμε για αντικειμενικούς λόγους που ερμηνεύουν τα φαινόμενα που αναδεικνύουν οι αριθμοί, τόσο πιο σοφοί γινόμαστε. Ελπίζω να βρείτε αυτή την πρόταση χρήσιμη για τις μελλοντικές σας σκέψεις και μπασκετικές αναλύσεις. Αν όχι sorry, bad luck, μάλλον χάσατε τον χρόνο σας.
Ολοκληρώνοντας, μια τέτοια ανάλυση για έναν επαγγελματία θα έπρεπε να είναι σχετικά εύκολη και φυσικά εμπλουτισμένη με οπτική παρατήρηση από την τακτική των ομάδων αλλά και των δράσεων/αποφάσεων που οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα. (Γιατί δεν είναι όλα όσα βλέπουμε και αποτέλεσμα πλάνου μερικές φορές απλά συμβαίνουν). Τέτοια μπασκετικά και αριθμογενή ή/και video analysis κείμενα γράφονται κατά δεκάδες κάθε ημέρα σε αμερικάνικα blog και sites, με πολύ καλύτερη ποιότητα αλλά και με ιδέες που μας κάνουν όλους όσους τα παρακολουθούμε καλύτερους. Αυτά και πολλά περισσότερα κάνει π.χ. ο Navaho και σας έχει σαγηνεύσει όπως οι σειρήνες τον Οδυσσέα… ποιος σας είπε όμως να δεθείτε στο κατάρτι και να έρθετε στα νερά μας; <sic>. Είτε ο ακούραστος Manolo77 με τα scouting reports του αλλά και αρκετοί άλλοι συνοδοιπόροι στο RPG, που φέτος θα προσπαθήσουν και πάλι να κάνουν το κάτι διαφορετικό – με την ελπίδα να παράξουμε κάτι πραγματικά ενδιαφέρον. Αυτό δηλαδή που απουσιάζει εκκωφαντικά από την ελληνική μπασκετική μπλογκόσφαιρα.
Μέχρι λοιπόν να βρεθούν αυτοί που θα μας προσφέρουν αυτό – που είμαστε μάλιστα και διατεθειμένοι να πληρώσουμε για να το καταναλώσουμε ως οπαδοί του αγαπημένου μας σπορ – βαστάτε γερά μπασκετικά μας αδέρφια και στηρίξτε όποιες ερασιτεχνικές προσπάθειες πιστεύετε ότι αξίζουν τον χρόνο σας. Γιατί δεν θα είμαστε για πάντα εδώ. Όπως και προγενέστερες προσπάθειες κάποια στιγμή κάτι θα γίνει και θα χαθούμε στη λήθη του χρόνου. Σε ότι αφορά το 2022-23 το Red Point Guard θα είναι στις επάλξεις για περισσότερη ερυθρόλευκη μπασκετική ανάλυση, άποψη και κουβέντα μαζί σας. Να είστε όλοι καλά μέχρι την επόμενη φορά που θα τα ξαναπούμε.