Σιγά σιγά αρχίζει και ξετυλίγεται το κουβάρι του “ερυθρόλευκου” μεταγραφικού σχεδιασμού για την σεζόν 2020 – 21. Μπορεί τα πάντα να περιστρέφονται εδώ και μήνες γύρω από την υπόθεση “Κώστας Σλούκας” αλλά “αλλού τα κακαρίσματα και αλλού γεννάν οι κότες”.
Έτσι λοιπόν μέσω ενός tweet του Misko Raznatovic, άσχετα αν το έσβησε μετά, μάθαμε με κάθε επισημότητα πως ο Charles Jenkins θα ανήκει στο δυναμικό της ομάδας που σχεδίασε, και προσπαθεί να υλοποιήσει, ο coach Μπαρτζώκας και οι συνεργάτες του.
Επί της ουσίας είναι το τρίτο απόκτημα, μετά τους Martin, Λαρεντζάκη, για την επόμενη χρονιά και το 5ο της δεύτερης εποχής του Έλληνα προπονητή στο ΣΕΦ, αν συνυπολογίσουμε και τους McKissic και Ellis.
Εντελώς τυχαία όλα τα reports αυτά τα έχω κάνει εγώ κι ένα άγχος με κυριεύει, όταν αναλογίζομαι τι συνέβη με τα περσινά.
Αφήνω το προσωπικό μου δράμα και προχωράω στο παρασύνθημα που δεν είναι άλλο από το τι φέρνει μαζί του ο πρώην παίχτης του Ερυθρού Αστέρα, της Milano και της Khimki.
Όπως καταλαβαίνετε, διαβάζοντας τις προηγούμενες ομάδες του, θα δικαιολογήσετε και τον τίτλο του κειμένου. Ο “Κάρολος” από τη Νέα Υόρκη, αν εξαιρέσουμε τα μπλε – κίτρινα των Ρώσων, έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος της εν Ευρώπη καριέρας του φορώντας “ερυθρόλευκα”.
Και δεν είναι λίγα τα χρόνια που τον βλέπουμε στα μέρη μας, και συγκεκριμένα στην Euroleague. Επτά χρόνια βρίσκει ανελλειπώς μεροκάματο και ρόλους σε ομάδες στο υψηλότερο επίπεδο του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Τρία διαφορετικά περάσματα από το Βελιγράδι και τον Ερυθρό Αστέρα, ένα πέρασμα από το κοσμοπολίτικο Μιλάνο και ένα από τη Μόσχα, μπορούν πλέον να τον χαρακτηρίσουν σαν “Ευρωπαίο”.
Ο κύριος λόγος που μακροημέρευσε είναι τα όσα δίνει στο αμυντικό κομμάτι του παιχνιδιού, μαζί με τον χαρακτήρα του που τον κάνει έναν εξαιρετικό “στρατιώτη.”
Τι δίνει λοιπόν ο Jenkins στην ΑΜΥΝΑ;
Αρχικά πρέπει να μιλήσουμε για την σωματοδομή του. Αν και δεν είναι ο ψηλότερος στη θέση του έχει τρομερά δυνατό κορμό, που σε πολλές περιπτώσεις τον κάνει να φαίνεται ψηλότερος από τους αντιπάλους του, ή να μην φαίνεται κοντύτερος. Δυνατός, με καλά χέρια και πόδια, που του επιτρέπουν και να κινηθεί γρήγορα και να αλλάξει κατεύθυνση χωρίς πρόβλημα, αλλά και να μετατρέπει σε αρκετά δύσκολη αποστολή να τον σπρώξεις και να τον βγάλεις από τη θέση του. Ο δυνατός κορμός και τα καλά πόδια του επιτρέπουν να σπάει με αρκετά καλή συχνότητα τα screens. Η ταχυτητά του όταν αμύνεται είναι πάνω από το μέσο όρο και αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει σε συνθήκες άμυνας είναι ότι είναι πολύ συγκεντρωμένος και μόνιμα σε εγγρήγορση. Σπάνια θα τον δεις να χάνει τον παίχτη του, να χάνεται στις αλλαγές ή να μην κάνει το φάουλ που πρέπει.
Έχει δοκιμάστεί απέναντι σε κάθε είδος “κοντού” και συνήθως οι προπονητές του του αναθέτουν το “μαρκάρισμα” του αντίπαλου που θέλουν να βγάλουν από το ρυθμό του αγώνα. Έτσι λοιπόν θα τον δεις να μαρκάρει τον βασικό δημιουργό ή τον καλύτερο σκόρερ, αλλά και να αναλαμβάνει την επιτήρηση του καλύτερου offball shooter.
Έχει ταυτιστεί με το ρόλο του bodyguard του καλού χειριστή των ομάδων του. Είναι εκεί πάντα για να καλύψει κάθε τρύπα, να δώσει κάθε πιθανή και απίθανη βοήθεια, να προσφέρει ενέργεια, πάθος και μαχητικότητα. Shved, Lorenzo Brown, DeMarcus Nelson, Williams, Wolters είναι μια σειρά από σκόρερς / δημιουργούς που είχαν δίπλα τους τον Charles να προσέχει τα νώτα τους.
Μάλιστα τόσο ο coach Μπαρτζώκας όσο και ο Sakota παρουσίαζαν σχήματα με τρία καθαρά guards, επειδή ο Jenkins μπορούσε με το κορμί του να ανταπεξέλθει σε σύνθετους αμυντικούς ρόλους. Ο Έλληνας το έκανε με Shved, Markovic και ο Σέρβος με Lorenzo και Baron ή Punter.
Ας πάρουμε όμως και μια εικόνα για το αμυντικό οπλοστάσιο του Αμερικανού combo guard.
Στα παραπάνω στιγμιότυπα βλέπουμε το νέο guard του Ολυμπιακού να βάζει ουσιαστική πίεση στην μπάλα, να μένει κολλημένος στο χειριστή και να τον αναγκάζει να χαλάσει το πέρασμα του. Ακόμα και όταν τελικά μένει έλάχιστα πίσω έχει την ταχύτητα να γίνει “σκιά” και να παρενοχλεί διαρκώς κάθε πιθανή απόφαση (πάσα / σουτ) του χειριστή. Είναι δύσκολο να τον βγάλεις εκτός θέσης. Ακόμα και σε συνθήκες αλλαγών, και μάλιστα σε ανάποδη φορά μετά από handoff, έχει τα πλάγια βήματα να μη χάσει την επαφή του με την μπάλα.
To δυνατό σημείο του “Κάρολου” είναι το πόσο καλά και αποτελεσματικά βάζει τα χέρια του στην μπάλα. Βασικά, είναι ο ορισμός του αμυντικού που έχει τα μάτια καρφωμένα πάνω στην πορτοκαλί θεά και κάνει τα πάντα για να την πάρει στην κατοχή του. Δεν είναι μόνο οι καταστάσεις στις οποίες πιέζει την μπάλα δίνοντας έξτρα κατοχές στην ομάδα του, είναι και ο τρόπος που προσπαθεί να κινηθεί στα passing lanes διαβάζοντας την εξέλιξη των φάσεων, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο προσπαθεί, όντας αμυντικός βοήθειας, να ρισκάρει ένα κλέψιμο. Ένα δευτερόλεπτο να χάσει την επαφή του ο χειριστής με την μπάλα αρκεί στον Jenkins για να βάλει τα χέρια του πάνω της. Έχει την εμπειρία να διαβάζει καταστάσεις και τακτικά είναι αρκετά δουλεμένος, ώστε να ξέρει πότε μπορεί να ρισκάρει και πότε να πιέσει, σε ποια σημεία του παρκέ και σε ποιους χρόνους. Έχει μέσο όρο καριέρας τα 2 κλεψίματα, αριθμός διόλου ευκαταφρόνητος. Γενικά, παρενοχλεί σε μεγάλο ποσοστό την μπάλα, είτε βρίσκεται κοντά της είτε μακριά της. Όλη αυτή την πίεση την παράγει χωρίς να δίνει εύκολα φάουλ, κάτι αρκετά σημαντικό.
Μπορεί να μην είναι το τεράστιο κορμί, αλλά έχει καλά άλματα και παλεύει στις διεκδικήσεις των rebounds, όταν βρίσκεται κοντά στο ζωγραφιστό.
Όμως, άμυνα δεν είναι μόνο όσα συμβαίνουν στο χώρο που υπάρχει η μπάλα, αλλά και στο τι συμβάινει μακριά από αυτή. Κιι εκεί ο Charles παίρνει αρκετά καλό βαθμό. Περνάει γρήγορα από τα screens μακριά από την μπάλα κι έχει την ταχύτητα να τοποθετήσει το κορμί του στην πλάτη του αντιπάλου που περνάει πίσω από αυτά, ώστε να μην του επιτρέψει να δράσει άνετα. Όπως συμβαίνει στα δύο επόμενα παραδείγματα.
Στο πρώτο ο Strelnieks καταφέρει να πάρει τα screens, αλλά ο Jenkins ακολουθεί και κολλάει στην πλάτη του δίνοντας μου μόνο την πάσα έξω, αφού τον έβγαλε από την κατάσταση ισορροπίας. Στο δεύτερο βλέπουμε και αυτή τη φορά μία ανάλογη δράση, καθώς ο Jenkins, όχι μόνο δεν χάνει την επαφή αλλά, προλαβαίνει και να στηθεί μπροστά από το Λετονό.
Ακόμα και στην άμυνα στο post, ο Αμερικανός combo ξέρει να βάζει καλά το κορμί του και να στήνεται, ώστε να μην επιτρέπει να φανεί το μειονέκτημα που έχει απέναντι σε ψηλότερους αντιπάλους.
Βέβαια αρκετές φορές μοιάζει να έχει υπερβολική εμπιστοσύνη στις δυνατότητές του και δεν προσπαθεί να βγεί μπροστά από τον αντίπαλό του.
ΕΠΙΘΕΣΗ
Όλα καλά στο αμυντικό κομμάτι, αλλά δυστυχώς το μπάσκετ δεν είναι ποδόσφαιρο να κλειστείς στο καβούκι σου και να περιμένεις να βρεις τη στιγμή σου. Τι μπορεί να δώσει επιθετικά το νέο μεταγραφικό απόκτημα των Πειραιωτών;
Κυρίως στατικό σουτ από το τρίποντο. Ξέρω ότι αναρωτιέστε πως συμβαίνει αυτό όταν έκλεισε τη σεζόν με 7% 3πτ.
Θα σας καθησυχάσω λέγοντάς σας πως ήταν η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Ο φετινός Αστέρας ήταν μια ομάδα που μοίραζε ελάχιστα την μπάλα, η χημεία του με τον Lorenzo δεν ήταν η ιδεατή, ενώ αργότερα ο Punter του στέρησε ακόμα και τις ελάχιστες προσπάθειες που του αναλογούσαν. Γενικά στην καριέρα του σουτάρει με 40% από τα 6.75, πετυχαίνοντας 1/2.5 τρίποντα ανά αγώνα.
Επίσης έχει ένα συμπαθητικό 44% στα 2πτ, πάλι με λίγες προσπάθειες (1.5/3.4), αλλά εκτελεί σπάνια βολές, αφού δεν απειλεί γενικά με την μπάλα στο παρκέ και δε φημίζεται για το drive του.
Είναι αρκετά περιορισμένο το επιθετικό του οπλοστάσιο και τεχνικά δεν είναι κάτι ιδιαίτερο. Μπορεί να μεταφέρει με ασφάλεια την μπάλα και να κάνει την εισαγωγική πάσα, αλλά ούτε φοβερός χειριστής είναι ούτε βλέπει τη δύσκολη πάσα. Ουσιαστικά, έχει το ρόλο που είχε ο Μαντζαρης δίπλα στον Σπανούλη, μπορεί δηλαδή να πάρει κάποιο από το βάρος του κουβαλήματος από τον κύριο χειριστή της ομάδας του.
Βέβαια, επειδή οι ικανότητες του στον χειρισμό είναι περιορισμένες, αρκετά συχνά δυσκολεύεται όταν πρέπει να σπάσει την πίεση, όπως στις παρακάτω περιπτώσεις. Δεν πουλάει όμως αρκετά εύκολα την μπάλα (1 λάθος/αγώνα) και σε αυτό παίζει ρόλο ότι δε παίρνει αχρείαστα ρίσκα.
Δεν παράγει assists (περίπου 2) και ουσιαστικά λειτουργεί περισσότερο σαν σκαλοπάτι στην μεταφορά της μπάλας. Δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς screen, όταν έχει την μπάλα, και βολεύεται περισσότερο να πασάρει σε PnP παρά σε PnR καταστάσεις. Προτιμά τα screens επιλογής, κατά κόσμον horns, αλλά ακόμα κι έτσι σταματά πολύ εύκολα την ντρίμπλα του, ενώ δεν εμπιστεύεται σχεδόν καθόλου την αριστερή ντρίμπλα του.
Δεν απειλεί ιδιαίτερα, αλλά δεν κάνει και κατάχρηση προσπαθειών και θα πάρει αυτά που του αναλογούν, και τίποτα περισσότερο.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Ο Charles Jenkins είναι μια κίνηση που, ενώ είναι value for money και μηδενικού ρίσκου, δεν μπορώ να την αξιολογήσω αν δε δω πρώτα τις υπόλοιπες κινήσεις στην περιφέρεια της ομάδας μας. Είναι παίχτης που θα προσφέρει πράγματα που αναζητάμε χρόνια στον αμυντικό τομέα και το κυριότερο θα στα δώσει με συνέπεια.
Η ταυτόχρονη παρουσία του με τον Γιαννούλη Λαρεντζάκη προσωπικά με οδηγεί στο απλοϊκό συμπέρασμα πως, αν μείνουν και οι δυο, θα πρέπει να δώσουν μάχη για τα λεπτά τους αφού έχουν παραπλήσιους ρόλους. Ο Έλληνας καλύτερος δημιουργικά, ο Αμερικανός εμπειρότερος και πολύ ανώτερος αμυντικά, αθλητικά και στον τομέα σουτ. Στο φτωχό μου μυαλό κανονικά ο Ολυμπιακός θα έπρεπε, εκτός του Αμερικανού, να προσθέσει ακόμα 3 κοντούς, συμπεριλαμβανομένου του Σλούκα βεβαίως βεβαίως. Ο Αμερικάνος είναι ευσπροσάρμοστος, αλλά δεν αποτελεί και το ιδανικό fit για τον Έλληνα guard. Περισσότερο μοιάζει να είναι ο ιδανικός για να καλύψει τον αρχηγό, άμα τη επιστροφή του.
Συνοψίζοντας:
[+]
1) Η άμυνα στην μπαλα και τα 2 κλεψίματα που δίνουν έξτρα κατοχες και μέγεθος που επιτρέπει αρκετες προσαρμογες στον κοουτς
2) Η εμπειρία και σταθερότητα. Low risk κίνηση
3) Τρίποντο
[-]
1) Δεν μπορεί να σταθεί μονος οργανωτικά
2) Απειλεί μόνο στατικά
3) Επιθετική ατολμία
Όπως και να έχει ο Ολυμπιακός βάζει στην φαρέτρα του ένα παιδί που παίζει για την ομάδα, δεν δημιουργεί προβλήματα και είναι τίμιος όπου και αν έπαιξε. Αν αποτελέσει κομμάτι μιας γραμμής που θα περιλαμβάνει Σλούκα, Σπανούλη, ένα παίχτη με έφεση στο iso και ένα guard/forward με σουτ και βασικές ικανότητες με την μπάλα στο παρκέ θα είναι κάτι παραπάνω από χρήσιμός. Σε αντίθετη περίπτωση δε θα φταίει αυτός για τα κενά που θα προκύψουν.